Idea Transcript
ΝΤΙΤΕΡ ΟΥΛΛΕ
ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ
Περιεχόμενα
1. Γιά τις πολιτιστικοθεωρητικές άφετηρίες 5 2. Οι πολιτιστικές άντιθέσεις κάτο:> άπό τις νέες συν θήκες ύπαρξης του ιμπεριαλισμού 13 3. Ό ιμπεριαλισμός καί ή κρίση του πολιτισμού 23 4. Πολιτισμός καί ταξική κυριαρχία — Γιά τό χαρακτήρα τού δεσπόζοντος ιμπεριαλιστικού πολιτισμού 31 — Ή συνεργασία κράτους καί μονοπωλίων γιά τήν έπιβολή των ταξικών πολιτιστικών συμφερόντων της άστικής μονοπω λιακής τάξης — Κυρίαρχος πολιτισμός καί μή μονοπωλιακές ταξικές άστικές δυνάμεις — Τό αύθόρμητο καί ή κρατικομονοπωλιακή ρύθμιση — γιά τό μηχανισμό τής ταξικής πολιτιστικήςκυριαρχίας — Τάσεις τής δεσπόζουσας πολιτιστικής πολιτικής στην ΟΔΓ
5. Προβλήματα ανάπτυξης τού δημοκρατικού καί σοσια λιστικού πολιτισμού στίς συνθήκες τούιμπεριαλισμού — Οί συνθήκες ζωής του προλεταριάτου καί ή εύρύτητα του δη μοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολιτισμού στη σύγχρονη εποχή — *ΙΤ στρατηγική τής πάλης γιά τή λύση τών βασικών πολιτι στικών άντιθέσεων τού Ιμπεριαλισμού — ‘Π βασική σημασία τής συμμαχίας άνάμεσα στήν εργατική τάξη καί τή διανόηση γιά τήν επικράτηση μιας πολιτιστι κής άντιιμπεριαλιστικής άντίληψης
Παραπομπές Συμπληρωματική βιβλιογραφία
31 35 42 49
56 56 61
66
77 81
Τίτλος πρωτοτύπου:
Die k u ltu rellen W id ersp rü ch e der im p erialistisch en G esellsch aft
Έκδοση της ’Ακαδημίας γιά την ’Επιμόρφωση δίπλα στό υπουργείο Πολιτισμού της ΓΑΔ Μετάφραση: Στρατης Τσιρατζίδης
1. Γιά τις πολιτιστικοθ’εωρητικές αφετηρίες 'Η ανάγκη νά δίνεται, μεγαλύτερη προσοχή στην πολιτιστικοθ-εωρητική ανάλυση του σημερινού μονοπωλιακού καπιτα λισμού προκύπτει άπό τό ειδικό βάρος των πολιτιστικών παρα γόντων στή διε&νή πάλη άνάμεσα στήν άστική τάξη καί τό προ λεταριάτο. Τό βά&εμα των φαινομένων τής πολιτιστικής κρί σης καί ή οξυνση τής ταξικής πάλης στόν πολιτιστικό τομέα είναι έκφραση των άνειρήνευτων άντι^έσεων τού κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. Οί πολιτιστικές στιγμές μέσα στήν καπιταλιστική διαδικασία τής άναπαραγωγής καί οί συνθήκες ζωής των εργαζόμενων τάξεων καί στρωμάτων επηρεάζονται άπ’ αύτό τό γεγονός κατά τόν ’ίδιο τρόπο, όπως καί οί πολιτιστικές-πολιτικές δραστηριότητες καί πολιτιστικές άντιλήψεις των διαφόρων ταξικών δυνάμεων, στις όποιες οί πραγματικές πολιτιστικές διαδικασίες τού ιμπεριαλισμού βρίσκουν τήν πο λιτική καί θεωρητική τους έκφραση. Οί άφετηρίες καί οί βάσεις γιά τις πολιτιστικο^εωρητικές έρευνες τού καπιταλιστικού κοινωνικού καθεστώτος δόθηκαν καί έμμεσα καί άμεσα άπό τόν Μάρξ, τόν ’Ένγκελς καί τόν Λένιν. Οί κλασικοί τού μαρξισμού-λενινισμού, ύποβάλοντας σέ πολιτικοοικονομική άνάλυση ένα συγκεκριμένο ιστορικό κοι νωνικό σχηματισμό, τόν καπιταλισμό ή, άντίστοιχα, τόν ιμπε ριαλισμό, άνακάλυψαν τόσο τούς γενικούς, όσο καί τούς ειδι κούς γιά τό δοσμένο σχηματισμό νόμους κίνησης τού άνθ-ρώπινου πολιτισμού. Σ’ αύτό τό πνεύμα καί σύμφωνα μέ τήν υλιστική άντίληψη τής ιστορίας, ή γενική πολιτιστική θεωρία είναι άναπόσπαστα δεμένη μέ τήν πολιτιστική-θ-εωρητική άνάλυση τού καπιταλισμού καί τών διαφόρων ιστορικών σταδίων άνάπτυξής του. 'Η υλιστική πολιτιστική άντίλΎ\^)Ύ] διαφέρει τόσο άπό τις ίδεαλιστικές, όσο καί άπό τις χυδαΐες-ύλιστικές θεωρίες. 5
Αύτό άναφέρεται ιδιαίτερα στις μακρόχρονες παραδόσεις της γερμανικής άστικής πολιτιστικής φιλοσοφίας, πού άντιπαρέθετε' έννοιολογικά τήν κουλτούρα στόν πολιτισμό, πού περιόριζε τόν πολιτισμό στήν ουμανιστική μόρφωση, τήν τέχνη, τή φιλο σοφία, τή θρησκεία, στά «ψυχικά-πνευματικά στοιχεία» καί πού δυσφημούσε τις φυσικές έπιστήμες καί τήν τεχνική σάν άπειλή ένάντια στόν πολιτισμό. Αλλά καί οι σύγχρονες καί μέ μεγάλη επιρροή θεωρίες τού «βιομηχανικού πολιτισμού», πού μέ τήν επιστήμη καί τήν τεχνική, τό περιβάλλον καί τόν κοινωνικό περίγυρο προσελκύουν, περισσότερο απ’ όσο πριν, υλικούς παράγοντες, δέν μπορούν νά προβάλουν τήν απαίτηση έπιστημονικής πολιτιστικής θεώρησης, άφού άθροίζουν μόνο τούς μονωμένους παράγοντες τής ιστορικής διαδικασίας, αφού παραθέτουν αύτούς τούς παράγοντες σάν όμοιόβαθμους τόν ένα δίπλα στόν άλλο, αφού χαρακτηρίζουν δευτερεύοντες καί τριτεύοντες παράγοντες σάν καθοριστικούς. Σύμφωνα μέ τή μαρξιστική άντίληψη, άνάμεσα στό περιεχό μενο τού πολιτισμού καί τήν «ούσία τού άνθρώπου» υπάρχει άδιαχώριστη συνάρτηση1. Επειδή ό μαρξισμός δέν άντιλαμβάνεται «τόν άνθρωπο» σάν κάτι τό άφηρημένο, άλλά άνυψώνει τά άτομα πού δροΰν πρακτικά στήν πραγματική διαδικασία τής ζωής τους σέ άντικείμενα τής ιστορικής θεώρησης, ή δια δικασία τής δημιουργικής-παραγωγικής ανάπτυξης τής προ σωπικότητας άποκτά, έτσι, κεντρική πολιτιστικοθεωρητική σημασία2. Ό πολιτισμός, μέ τήν πλατιά έννοια τής λέξης, βρί σκει τήν έκφρασή του στήν ένεργητική έπίδρασή του πάνω στή φύση, στήν αύξανόμενη κυριαρχία τού άνθρώπου πάνω στό φυσικό καί στό δημιουργημένο από τόν ϊδιο περιβάλλον, δη λαδή, στήν ολο καί πιό ολόπλευρη διαμόρφωση τής άνθρώπινης ούσίας. Ό πολιτισμός ενσαρκώνει, έτσι, μιά διαδικασία ανάπτυ ξης πού υπάρχει μόνο διά μέσου τού άνθρώπου, πού, μέσω τής πραχτικά-δρώσας σχέσης τού άνθρώπου πρός τή φύση, ξε περνά τά όρια τής φύσης καί μαρτυράει γιά τήν ειδική πολιτιστι κή ικανότητα τού άνθρώπου3. Ό Μάρξ καί ό ’Ένγκελς βρήκαν τό κλειδί γιά τήν υλιστική ερμηνεία τού πολιτισμού καί τής ιστορίας τού πολιτισμού στήν εργασία, σάν πηγή καί κύρια σφαίρα τής δημιουργικής άνάπτυξης τής προσωπικότητας. ’Αναπτύσσοντας παραπέρα τις ιδέες τού Χέγκελ σέ υλιστικό πνεύμα, θεμελίωσαν θεωρη τικά τό οτι ή εργασία, στήν άναπτυγμένη της μορφή, όταν πιά ξεχώρισε τόν άνθρωπο άπό τό ζωικό βασίλειο, ενδιαφέρει όχι μόνον άπό τήν άποψη τής ώφελιμότητας τής παραχθείσας 6
άξίας χρήσης, άλλά, ταυτόχρονα, καί από τήν άποψη, ότι, σάν άποτέλεσμα της εργασίας, κατασταλάζει κάτι άντικειμενικά πραγματικό, πού ξεπερνάει τά όρια της άπλής ωφελιμότητας: «Αυτό πού, άπό τήν πλευρά του εργάτη, έμφανιζόταν μέ τή μορφή τής άνησυχίας εμφανίζεται τώρα, άπό τήν πλευρά του προϊόντος, σάν ήρεμούσα ιδιότητα, μέ τή μορφή του Ε ίναι»4. Αύτή τήν «ήρεμούσα ιδιότητα, μέ τή μορφή του Είναι» ό Μάρξ τήν ονόμασε, άναποδογυρίζοντας τή χεγκελιανή σκέψη, «άντικειμενοποίηση τής ούσιαστικής άνθρώπινης δύναμης». Σ’ αυτήν, ό Μάρξ είδε τήν πρακτική έκφραση τής «καθολικότητας του άνθρώπου». 'Η υλιστική άντίληψη τής «άντικειμενοποίησης τής άνθρώπινης ούσίας», πού έμπεριέχει διαλεκτικά τήν έννοια τής ιδιοποίησης του άντικειμενοποιημένου άνθρώπινου πλούτου, ξεκινά άπό τό ότι ό άνθρωπος, σάν κοινωνικό ον, όχι μόνο άναπτύσσεται ό ίδιος στή διαδικασία τής εργασίας, άλλά καί ότι σ’ αύτή τή διαδικασία άνάπτυξης «πραγματικά διττοποιεΐται, έτσι ώστε νά βλέπει τόν ίδιο τόν έαυτό του σ* έναν κόσμο πού δημιούργησε ό ίδιος»5. Σάν άποτέλεσμα αύτής τής μεθόδου άντιμετώπισης, σκιαγραφήθηκε ή θεμελιώδης έννοια τής «έξανθρωπισμένης» ή «άνθρώπινης φύσης», πού, σέ διά κριση άπό τήν «έξωτερική φύση», χαρακτηρίζεται στή φιλολο γία καί σάν «δεύτερη φύση» ή σάν «τεχνητό περιβάλλον» του ανθρώπου6. Αύτή ή έννοια του πολιτισμού, πού μπορεί νά ερμηνεύσει υλιστικά τήν πολιτιστική ικανότητα σάν ειδικά ανθρώπινη ιδιότητα καί πού προσδιορίζει τόν πολιτισμό σάν βασική κοι νωνική διαδικασία, είναι, προπάντων, σέ θέση νά σκιαγραφή σει θεωρητικά τόν πολιτισμό, πού έχει διαρρεύσει, στή χιλιό χρονη ιστορία τής ανθρωπότητας, τίς άντικειμενικές πολιτι στικές βαθμίδες στήν ιστορικά συγκεκριμένη διαμόρφωσή της, όπως καί τή συνάφεια πού υπάρχει ανάμεσα στήν κοινωνική καί τήν πολιτιστική πρόοδο. Ό Κ. Μάρξ, άναφερόμενος στήν ανάπτυξη τής προσωπικότητας σάν αποφασιστικής πολιτιστι κής διαδικασίας, διέκρινε τρεις ιστορικές πολιτιστικές βαθμί δες, συμπυκνώνοντας όλους τούς προκαπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής σέ μιά πολιτιστική βαθμίδα άνάπτυξης, πού τήν άκολουθούν ιστορικά ή καπιταλιστική καί ή κομμουνιστική πολιτιστική βαθμίδα: «Οί προσωπικές σχέσεις έξάρτησης (στήν άρχή, όλότελα φυσικές) είναι οί πρώτες κοινωνικές μορ φές, στις όποιες ή άνθρώπινη παραγωγικότητα άναπτύσσεται ■χόνο σέ άσήμαντο βαθμό καί σέ άπομονωμένα σημεία. 'Η 7
προσωπική ανεξαρτησία, στηριζόμενη σέ πραγματική-άντικειμενική έξάρτηση είναι ή δεύτερη μεγάλη μορφή, στήν οποία, πρώτο, σχηματίζεται ενα σύστημα τού γενικού κοινωνικού μετα βολισμού, των καθολικών σχέσεων, τών ολόπλευρων άναγκών καί τής καθολικής ικανότητας. 'II ελεύθερη άτομικότητα, στηριζόμενη στήν καθολική άνάπτυξη τών άτόμων καί την υπόταξη τής κοινωνικής τους παραγωγικότητας, σάν τής κοι νωνικής τους ικανότητας, είναι ή τρίτη βαθμίδα. Ή δεύτερη δημιουργεί τίς συνθήκες γιά τήν τρίτη»7. Γιά νά εκφραστεί μέ ακόμα μεγαλύτερη σαφήνεια ή ίδιορυθμία τού πολιτισμού απέναντι στήν κοινωνία, δέν αρκεί νά κά νουμε έννοιολογικά τή διάκριση μόνο ανάμεσα στήν «έξο^τερική φύση» καί τό «δευτερεύον περιβάλλον». Σάν συμπληρωματική θεωρητική εκτίμηση, πρέπει, γι’ αύτό, νά υπολογίζεται ό προσανατολισμός πρός τό διαλεκτικό σύμπλεγμα σχέσεων τών βιοτικών συνθηκών, τής βιοτικής δράσης καί τής άνάπτυξης τής προσωπικότητας8. Μέ τή βοήθεια αύτοΰ τού προσανατολι σμού, τό βλέμμα κατευθύνεται πρός τίς δυνατότητες πού ό κάθε κοινωνικός σχηματισμός έξασφαλίζει στήν άνάπτυξη τής προσωπικότητας κατά τή διαδικασία τής επεξεργασίας καί κατάκτησης τού πολιτιστικού πλούτου, καί γίνεται δυνατόν νά άποκαλύπτεται ή ειδικά πολιτιστική στιγμή σ’ όλες τίς βιο τικές συνθήκες καί σ’ ολόκληρη τήν άνθρώπινη βιοτική δράση. Άπό τό γεγονός, ότι οί γενικοί νόμοι κίνησης τού άνθρώπινου πολιτισμού επιβάλλονται κάτω άπό τίς συγκεκριμένε ςίστορικές συνθήκες διαφόρων τρόπων παραγωγής καί πολι τιστικών βαθμιδών, προκύπτουν περισσότερες θεω ρητικές αφετηρίες γιά τήν ανάλυση τών πολιτιστικώ ν αντιθέσεων τού Ιμπεριαλισμού. Αυτές πηγάζουν: 1. Άπό τή βασική άντίθεση τού καπιταλιστικού τρόπου παρα γωγής, τήν άντίθεση άνάμεσα στόν κοινωνικό χαρακτήρα τής διαδικασίας τής άναπαραγωγής καί τόν άτομικό χα ρακτήρα τής ιδιοποίησης τών άποτελεσμάτων τής παραγω2.
τήν άντίθεση άνάμεσα στήν άνάπτυξη τών σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεο^ν καί τίς έπικρατούσες καπιταλιστι κές σχέσεις παραγωγής καί, 3. άπό τόν ταξικό άνταγωνισμό άνάμεσα στήν άστική τάξη καί τό προλεταριάτο, άνάμεσα στή μισθωτή εργασία καί τό κεφάλαιο. 8
Αυτές οί αντιθέσεις, πού έκφράζουν τό βασικό χαρακτήρα τού καπιταλιστικού κοινωνικού καθεστώτος άπό διάφορες από ψεις, άπό πολιτιστική άποψη είναι έξαιρετικά σημαντικές. ’Έχουν σάν συνέπεια, ότι ή καθολικότητα των άνθρώπινων σχέ σεων, άναγκών καί ικανοτήτων, καθολικότητα πού άντιστοιχεί στήν καπιταλιστική πολιτιστική βαθμίδα, επιβάλλεται κάτω άπό συνθήκες αύξανόμενης κοινωνικοποίησης τής διαδικασίας τής άναπαραγωγής, μέ ταυτόχρονη οξυνση τής καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, καταπίεσης καί απαλλοτρίωσης. Αύτό οδηγεί στή θεμελιώδη, γιά τήν καπιταλιστική πολιτιστική άνάπτυξ αντίθεση άνάμεσα στήν καθολική άντικειμενικοποίηση το άνθρώπινου πλούτου καί στά άπό τήν κυριαρχία τού κεφαλαίου έξαρτώμενα όρια ιδιοποίησης αύτοΰ τού πλούτου άπό τίς τά ξεις καί τά στρώματα τού εργαζόμενου λαού, καθώς καί στή δια μόρφωση διαφορετικών καί άντιτιθέμενων ταξικών πολιτισμών. Στή βάση τής άτομικής ιδιοκτησίας στά μέσα παραγωγής, ό καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής οδήγησε στήν πορεία τής ιστορίας του, σέ μιά πολιτιστική έξέλιξη γεμάτη άντιθέσεις. 'Η ασύγκριτη έπαναστατικοποίηση τών παραγωγικών δυνά μεων, πού ό Μάρξ καί ό ’Ένγκελς περιέγραψαν εντυπωσιακά στό «Μανιφέστο τού Κομμουνιστικού Κόμματος» καί ή μαζική επεξεργασία τού πολιτιστικού πλούτου, στή βάση τής κυριαρχίας τού κεφαλαίου, πραγματοποιήθηκαν, άπ’ τήν αρχή ακόμα, χάρη σέ μιά χωρίς προηγούμενο έκμετάλλευση τών μισθοοτών. Οί τάσεις διεθνοποίησης τού πολιτισμού καί τών βαθιών αλλαγών στίς συνθήκες ζωής τού έργαζόμενου λαού οδήγησαν, ταυτό χρονα, σέ μιά σαφέστερη έκφραση καί διάρθρωση τών άντιτιθέμενων ταξικών πολιτιστικών γραμμών καί στήν οξυνση τών αντιθέσεων: "Οπως είπε ό Μάρξ, ό «ανταγωνισμός άνάμεσα στή σύγχρονη βιομηχανία καί έπιστήμη, άπ* τή μιά μεριά, καί τή σύγχρονη άθλιότητα καί παρακμή, άπ’ τήν άλλη, αύτός ό άνταγωνισμός άνάμεσα στίς παραγωγικές δυνάμεις καί τίς κοι νωνικές σχέσεις τής εποχής μας είναι ένα χειροπιαστό, πα νίσχυρο καί άναμφισβήτητο γεγονός»9. Οί μεγάλες διαφορές στήν ταξική κατάσταση καί στίς συνθή κες ζωής τής άστικής τάξης καί τού προλεταριάτου έδωσαν άφορμή στούς κλασικούς τού μαρξισμού νά διατυπώσουν, σέ μιά σχετικά πρώιμη ιστορική στιγμή, τή γνώμη, οτι, στή βάση τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής καί στά πλαίσια τών ένιαίων άστικών εθνικών κρατών, άναπτύσσονται συμπλεγμένα, παράλληλα καί άντίθετα ο ένας πρός τόν άλλο δυό ταξικοί πο λιτισμοί. ’Έτσι, 6 Φ. ’Ένγκελς, στό σπουδαίο βιβλίο του «'II 9
θέση των έργαζόμενων τάξεων στην ’Αγγλία», διαπίστωσε, τό 1845 άκόμα, τή διαφορά πού υπάρχει άνάμεσα στήν έργαζόμενη τάξη καί τήν αστική τάξη στίς πολιτιστικές μορφές έκφρασης, διαπίστωσε, επίσης, τή διάσπαση του άστικοΰ έθνους σέ «δυό ολωσδιόλου διαφορετικούς λαούς»10. Ιίαρά τό γεγονός, ότι ό ’Ένγκελς, άνάλογα μέ τόν τότε βαθμό ωριμότητας τής εργατι κής τάξης, ερεύνησε τήν πολιτιστική άντίθεση άνάμεσα στήν άστική τάξη καί τό προλεταριάτο, κυρίως, άπό τή σκοπιά των καταστροφικών επιδράσεων τής καπιταλιστικής κυριαρχίας, οί άναλύσεις του περιέχουν τό βασικό τής πολιτιστικής κατάστα σης στόν καπιταλισμό: τό ότι, δηλαδή, ή άστική τάξη καί τό προλεταριάτο, μέ βάση τίς συνθήκες καί τόν τρόπο ζωής τους, ενσαρκώνουν δυό διαφορετικούς πολιτισμούς, τό ότι ό άγώνας ενάντια στήν κυριαρχία τού κεφαλαίου αποτελεί βασικό στοι χείο των συνθηκών ζωής τού προλεταριάτου καί τό ότι τό τε λευταίο, καί άπό πολιτιστική άποψη, δείχνει τό μέλλον τής ιστορικής εξέλιξης. 'Ο Β. I. Λένιν, στίς άρχές τού 20ού αιώνα, στά έργα του γιά τόν ιμπεριαλισμό, άνέπτυξε παραπέρα τίς βασικές αύτές ιδέες τού ’Ένγκελς. Άντικρούοντας τούς μεγαλορώσους έθνικιστές, έπισήμανε τό ιστορικά καινούργιο στοιχείο τής εθνικής άνάπτυξης στήν εποχή τού ιμπεριαλισμού καί τής παραμονής τής προλεταριακής επανάστασης. Στή βάση τής διαμόρφωσης τού μονοπωλιακού καπιταλισμού καί τής κυ ριαρχίας τού χρηματιστικού κεφαλαίου, ή διάσπαση τού «ένιαίου» έθνους σέ εκμεταλλευτές καί σ’ αύτούς πού ύφίστανται τήν έκμετάλλευση, ήταν πιά «γεγονός τετελεσμένο». Οί πολιτιστικές συνέπειες τής ταξικής αύτής διάσπασης τού άστικοΰ έθνους έχουν έκτεθεί άπ’ τό Λένιν στό έργο του «Κριτικές παρατηρήσεις πάνω στό έθνικό ζήτημα» τό 1913, όπου μιλάει γιά όνό πολιτισμούς σέ κά&ε έΰνικό πολιτισμό: τήν ύπαρξη στοιχείων ενός δημοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολιτισμού, πού ξεπηδάει άναπόφευκτα άπό τίς συνθήκες ζωής τής έργα ζόμενη ς μάζας πού ύφίσταται τήν έκμετάλλευση καί τήν κυ ριαρχία τού άστικού πολιτισμού, σάν πολιτισμού τών κυρίαρχων τάξεων11. Οί παρατηρήσεις τού Λένιν έχουν πολύ μεγάλη σημασία καί γιά τήν άνάλυση τών πολιτιστικών άντιθέσεων τού σύγχρονου μονοπο^λιακού καπιταλισμού. Χαρακτηρίζουν τή βασική, καθορι στική πολιτιστική κατάσταση σάν άνταγωνισμό δυό πολιτι σμών, δίνουν άκριβή χαρακτηρισμό τού περιεχομένου τού καθενός άπό τούς δυό πολιτισμούς καί δείχνουν τήν πολιτιστικοϊστο10
ρική τάση ανάπτυξης σάν αύξανόμενη επιρροή του «διεθνούς πολιτισμού του δημοκρατισμού καί του εργατικού κινήματος ολου του κόσμου». 'Ο Λένιν, έκθέτοντας τήν άντίθεση καί τήν πάλη άνάμεσα στον κυρίαρχο πολιτισμό τής άστικής τάξης καί τόν καταπιεζόμενο πολιτισμό των εργαζόμενων μαζών πού ύφίστανται τήν έκμετάλλευση, περιγράφει θεωρητικά καί μέ άκρίβεια τή γενι κή πολιτιστική κατάσταση τον ιμπεριαλισμόν. ’Από τή θεωρη τική αφετηρία πού διατύπωσε ό Λένιν προκύπτει, δτι, κατά τήν άνάλυση των πολιτιστικών άντιθέσεων, ή γενική πολιτιστι κή κατάσταση τού ιμπεριαλισμού ούτε νά έρευνηθει μόνο άπό τή σκοπιά τής κυριαρχίας τού κεφαλαίου καί τού έπικρατούντος πολιτισμού, πού διαμορφώθηκε απ’ αύτήν τήν κυριαρχία, ούτε νά έκτιμηθεΐ μέ προτεραιότητα άπό τή σκοπιά τής πολιτιστι κής κατάστασης τής έργατικής τάξης είναι δυνατόν12. Στήν πρώτη περίπτωση, ή άνάλυση θά συγκεντρωνόταν εκτεταμένα στις πολιτιστικά καταστρεπτικές καί έχ&ρικές πρός τόν άνθρω πο πλευρές τής πολιτιστικής ταξικής κυριαρχίας τού ιμπερια λισμού, άνάλυση στήν οποία θά συμπεριλαμβάνονταν καί οί συνθήκες ζωής τού προλεταριάτου13. ’Έτσι, όμως, προκύπτει ό κίνδυνος, οτι οί πολιτιστικές δυνατότητες τού δεύτερου μεγά λου καί κύριου έπαναστατικοΰ ρεύματος τής έποχής μας, τής έργατικής τάξης στίς χώρες τού κρατικομονοπωλιακοΰ καπι ταλισμού, νά μή ληφθοΰν υπόψη μέ τήν πραγματική τους βα ρύτητα, ένώ ή έπικρατούσα πολιτιστική άνάπτυξη τού ιμπερια λιστικού συστήματος νά προσλάβει τό φέγγος μιας όλοκληρο^τικής ύπερδύναμης. Στή δεύτερη περίπτωση, οί δυνατότητες τού προλεταριακού πολιτισμού, κάτω άπό τίς συνθήκες τής ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, θά μπορούσαν νά υπερτιμηθούν καί, άντίθετα, θά μπορούσε νά υποτιμηθεί ο καθοριστικός ρό λος τής καπιταλιστικής κυριαρχίας στήν κρίση καί εκτίμηση τών βασικών πολιτιστικών τάσεων άνάπτυξης τού ιμπεριαλι σμού. 'Η λενινιστική θέση τού ζητήματος τών δυό πολιτισμών έχει καί γιά τήν πολιτιστική-ίστορική έξέλιξη βασική θεωρητική-μεθοδολογική σημασία. Στήν 6η ‘Ολομέλεια τής ΚΕ τού ΕΣΚΓ τό 1972, τονίστηκε σχετικά οτι, άπό τήν έποχή τής εγκα θίδρυσης τού ράιχ άπό τόν Βίσμαρκ, μιά γερμανική πολιτιστική ιστορία «θά μπορούσε νά γραφεί μόνο σάν ιστορία τής σκλη ρής ταξικής πάλης άνάμεσα στόν έπικρατοΰντα πολιτισμό τού ιμπεριαλιστικού καθεστώτος καί τό δημοκρατικό καί σο σιαλιστικό πολιτισμό τού άντιιμπεριαλιστικοΰ καί έπαναστατι11
κοΰ κινήματος, κάτω άπό τήν ήγεσία τής εργατικής τά? Γ(κρά τό δτι οί μαρξιστικές-λενινιστικές πολιτιστικές καί καλλιτεχνικές έπιστήμες, στήν άνάλυση των πολιτιστικών αντι θέσεων, ξεκίνησαν πάντοτε άπό τή λενινιστική άντίληψη, έν τούτοις, κυριαρχούσε ένας τρόπος θεώρησής τους αύτών των αντιθέσεων πού κατέληγε νά κατατάσσει τά πολιτιστικά φαι νόμενα τού ιμπεριαλισμού πότε στόν ένα, πότε στόν άλλο πολι τισμό, νά τά τοποθετεί κατά ένα τρόπο, καθαρά χωρισμένα τό ένα άπό τό άλλο, σέ συρτάρια. 'Η άντιφατικότητα τής πολιτι στικής πραγματικότητας αποκλείει, δμως, κάθε μηχανικό τρό πο άντιμετώπισής της. '// διαλεκτική των δυό πολιτισμώ ν εκφράζεται, κυρίους, μέ τό ότι «τά σύνορα άνάμεσα στό δεσπό ζοντα ιμπεριαλιστικό καί τόν καταπιεζόμενο, δημοκρατικό καί σοσιαλιστικό πολιτισμό... περνούν συχνά μέσα άπό τόν ίδιο εκδοτικό οίκο, μέσα άπό τήν ίδια έκπομπή, άπό τό ίδιο θεατρι κό έργο, άπό τόν ίδιο συγγραφέα, τόν ίδιο δάσκαλο, τό ίδιο δι δακτικό βιβλίο»15 καί ότι ό πολιτισμός τού ιμπεριαλισμού σχη ματίζει ένα σύνολο γεμάτο άντιθέσεις, ένώ, πάλι, τήν κυριαρχία τού άστικού πολιτισμού καί τή διάρθρωση τού πολιτισμού τής εργατικής τάξης δέν είναι δυνατό νά τίς ξεχωρίσει κανείς μέ μηχανικό τρόπο. ’Έτσι, ή διαλεκτική άντίληψη τής λενινιστική ς άποψης γιά τούς δυό πολιτισμούς, πού σκιαγραφεί τήν πολιτιστική βα σική κατάσταση τής ταξικής καπιταλιστικής κοινωνίας, θεω ρεί τόν ιμπεριαλισμό σάν ένα έσωτερικά άντιθετικό γενικό πολιτιστικό σύστημα, μέσα στό όποιο οί άνταγωνιστικές άντιθέσεις χαρακτηρίζονται άπό τήν άλληλεξάρτηση καί άλληλοδιείσδυσή τους. 'Η άνάλυση καί των δύο πολιτισμών συμπεριλαμ βάνει οργανικά τόν κάθε φορά ταξικά άντίθετο πόλο. "Η, γιά νά τό πούμε μ’ άλλα λόγια, θέσεις γιά τόν δεσπόζοντα πολιτι σμό τού ιμπεριαλισμού, χωρίς άναφορά στήν άνάπτυξη τού δημοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολιτισμού, δέν έχουν νόημα, όπως δέν έχει έπίσης νόημα τό νά έξετάζουμε τίς συνθήκες καί τόν τρόπο ζωής τών έργαζόμενων τάξεων καί στρωμάτων πού ύφίστανται τήν εκμετάλλευση, χωρίς νά παίρνουμε ύπόψη τίς έπιδράσεις τού δεσπόζοντος πολιτισμού πάνω στίς συνθή κες αύτές. 'II ιδέα τής «διείσδυσης» καί τής διαλεκτικής σύνδεσης καί άλληλεξάρτηση ς τών δυό πολιτιστικών ταξικών γραμμών δέν άναφέρεται μ,όνο σέ ιδεολογικές καί πνευματικές-πολιτιστικές διαδικασίες, άν καί ή πολιτιστικοπολιτική σημασία της 12
εδώ διακρίνεται καθαρά μέ τό πρώτο βλέμμα. ’Ακόμα καί σχετικά μέ τούς υλικούς-άντικειμενικούς πολιτιστικούς τομείς, ό διαλεκτικός τρόπος θεώρησης οξύνει τό βλέμμα γιά τή διαφο ρετικότητα, τήν πολυπλοκότητα καί τήν έσωτερική άντιφατικότητα του πολιτισμού τού σύγχρονου κρατικομονοπωλιακοΰ κα πιταλισμού16.
2. Οι πολιτιστικές αντιθέσεις κάτω από τίς νέες συνθήκες ύπαρξης τού ιμπεριαλισμού Οί άπόψεις τού Αένιν γιά τούς δυό πολιτισμούς ήταν ή ίσχύουσα θεωρητική γενίκευση τών ώριμων εξελίξεων στις παραμονές τής προλεταριακής έπανάστασης. Μέ τήν ιστορική πορεία, πού άκολούθησε τή Μεγάλη Όχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανά σταση καί μέ τήν έναρξη τής γενικής κρίσης τού καπιταλισμού, οί άπόψεις αύτές έπιβεβαιώθηκαν πανηγυρικά. Ή σύγχρονη πολιτιστική κατάσταση στις ιμπεριαλιστικές χώρες είναι άδύνατο νά ξεχωριστεΐ από τούς μεγάλους κοσμοϊστορικούς με τασχηματισμούς, πού συντελούνται στήν εποχή τού περάσματος από τόν καπιταλισμό στό σοσιαλισμό. Σάν αποτέλεσμα τού δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, τής εξέλιξης τού σοσιαλισμού σέ παγκόσμιο σύστημα, τής κατάρρευσης τού ιμπεριαλιστικού άποικιακοΰ συστήματος καί τού περάσματος τού καπιταλισμού στό δεύτερο καί τό τρίτο στάδιο τής γενικής του κρίσης, τό διεθνές έργατικό κίνημα έκανε σημαντική πρόοδο, χάρη στήν οποία, τά άντιτιθέμενα ταξικά μέτωπα ξεχώρισαν καί στον πο λιτιστικό τομέα καθαρά σέ δυό πόλους. Καινούργιες συνθήκες τού ταξικού αγώνα δημιουργήθηκαν, ιδιαίτερα, στή δεκαετία τού ’60. Σ’ αύτό τό διάστημα, τό τρίτο στάδιο τής γενικής κρίσης τού καπιταλισμού, πού είχε αρχίσει ήδη στά τέλη τής δεκαετίας τού ’50, εκδηλωνόταν όλο καί πιό καθαρά. Σέ διά κριση από τά δύο προηγούμενα στάδια, πού δημιουργήθηκαν σάν αποτέλεσμα τών παγκόσμιων πολέμων, τό τρίτο στάδιο εξελισ σόταν κάτω από τίς συνθήκες τής πάλης τών δυό παγκόσμιων συστημάτων, τής συνεχούς αλλαγής τού συσχετισμού τών δυνάμεο^ν πρός όφελος τού σοσιαλισμού καί τής άπότομης οξυνσης όλων τών αντιθέσεων τού ιμπεριαλισμού17. Αύτό εκδηλώθηκε, ιδιαίτερα, στις αντιθέσεις άνάμεσα στά ανταγωνιστικά κέντρα τού παγκόσμιου ιμπεριαλισμού, (HITA, Δυτική Εύρώπη καί 13
’Ιαπωνία), καθώς καί στίς άντιθέσεις άνάμεσα στίς βιομηχα νικά άναπτυγμένες καί τίς αναπτυσσόμενες χώρες. 'Η γοργά άναπτυσσόμενη έπιστημονικοτεχνική έπανάσταση είχε βασική σημασία γιά τούς ταξικούς αγώνες της δεκαετίας τού ’60. Συντέλεσε, ώστε νά πραγματοποιηθεί στίς καπιταλι στικές χώρες μιά άλματοόδικη ανάπτυξη τών παραγωγικών δυ νάμεων. Ταυτόχρονα, βάθαινε ή βασική άντίθεση του καπιτα λιστικού τρόπου παραγωγής καί όξύνθηκαν οί ταξικοί αγώνες στόν πολιτικοοικονομικό καί πνευματικοπολιτιστικό τομέα. Τό πέοασμα τών άναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών από τό μονοπωλιακό καπιταλισμό στόν κρατικομονοπωλιακό καπιτα λισμό, πού συντελούνταν σ’ αύτή τή χρονική περίοδο, ήταν έκφραση τού έξαναγκασμοΰ γιά προσαρμογή18 καί χαρακτήριζε μιά νέα φάση στήν άνάπτυξη τού σύγχρονου ιμπεριαλισμού. ’Ήδη, ό Λενιν είχε έπιστήσει τήν προσοχή στήν τάση αύτή τού περάσματος καί είχε χαρακτηρίσει τή συγχώνευση τής δύναμης τών μονοπωλίων μέ τήν εξουσία τού κράτους σ’ ένα ενιαίο μη χανισμό σάν τή σπουδαιότατη ιδιορρυθμία τού κρατικομονοπωλιακοΰ καπιταλισμού. 'Η διαμόρφωση τού κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού καλύπτει ένα μακρό ιστορικό χρονικό διάστημα. Στήν ΟΔΓ, ή διαμόρφωση αύτή άποπερατώθηκε μέσα στή δεκαετία τού ’6019. 'Η εξέλιξη απ’ αύτό τό χρονικό σημείο έδειξε καί πάλι, ότι δέν μπορεί κανείς νά κατανοήσει τήν ούσία τού σημερινού ιμπερια λισμού μόνο από τίς έσωτερικές, ίδιάζουσες στό σύστημα νο μοτέλειες αύτού τού κοινωνικού σχηματισμού. Μιά σημαντική πλευρά τού κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού είναι ακριβώς, τό ότι μπορεί νά κατανοηθεί μόνο σάν ιμπεριαλισμός κάτω από τίς συνθήκες τής πάλης τών δυό κοινωνικών συστημάτων καί τής καθοριστικής έπίδρασης τού σοσιαλισμού. Γι’ αύτό, ή διαλεκτική τών εσωτερικών καί εξωτερικών σννϋηκών ύπαρξης αποδείχνεται αποφασιστικής σημασίας γιά τήν ανάλυση τών πολιτιστικών αντιθέσεων τού ιμπεριαλισμού. Τό Βασικό ντοκουμέντο τής Διεθνούς Διάσκεψης τών κομ μουνιστικών καί έργατικών κομμάτων στή Μόσχα τό 1969 πε ριέχει ένα διεξοδικό χαρακτηρισμό τής έποχής μας τού περά σματος από τόν καπιταλισμό στό σοσιαλισμό σέ παγκόσμια κλίμακα: 'II βασική άντίθεση άνάμεσα στόν ιμπεριαλισμό καί τό σοσιαλισμό βαθαίνει, ή ιστορική διαμάχη άνάμεσα στά δυό παγκόσμια συστήματα όξύνεται, άποκτά παγκόσμιο χαρακτήρα κι απλώνεται σ’ όλους, χωρίς έξαίρεση, τούς τομείς τής κοι νωνικής ζωής — τήν οικονομία, τήν πολιτική, τήν ιδεολογία καί 14
τόν πολιτισμό. Τό περιεχόμενο καί οί κύριες τάσεις της έποχής καθορίζονται άποφασιστικά άπό τις τρεις κύριες επαναστατικές δυνάμεις της σύγχρονης έποχής: τό παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα, τή διεθνή έργατική τάξη καί τό έθνικό άπελευθερωτικό κίνημα20. *Η ιστορική έξέλιξη άπό τή δεκαετία του ’60 καί δώθε έδειξε, οτι καί τά τρία κύρια έπαναστατικά ρεύματα επηρεά ζουν αποφασιστικά τις έσωτερικές νομοτέλειες τού ιμπερια λισμού. 'Η οξυνση των ταξικών αγώνων σ’ όλους τούς τομείς τής κοινωνικής ζωής εξηγείται, σ’ αύτές τίς περιπτώσεις, άπό τή διαλεκτική τής ιστορικής επίθεσης τού σοσιαλισμού καί τού έξαναγκασμού τού ιμπεριαλισμού νά προσαρμόζεται στις άλλαγές τού συσχετισμού τών δυνάμεων. *Η καθοριστική επίδραση τον σοσιαλισμού στό σύγχρονο συ σχετισμό τών δυνάμεων δημιούργησε γιά τόν ιμπεριαλισμό καί άπό πολιτιστική άποψη μιά νέα κατάσταση. Στή διάρκεια τής δεκαετίας τού ’60, κατορθώθηκε νά άποκρουσθεΐ ή ιμπε ριαλιστική στρατηγική τού βίαιου παραμερισμού τού σοσιαλι σμού καί ή πολιτική τού ψυχρού πολέμου καί νά πραγματοποιη θούν τά πρώτα βήματα στό δρόμο πρός τήν ειρηνική συνύπαρξη. Μ’ αύτό τόν τρόπο, δημιουργήθηκαν εύνοϊκές συνθήκες γιά τή δύναμη τής πολιτιστικής άκτινοβολίας τού σοσιαλισμού στις χώρες τού καπιταλιστικού κόσμου. Σ’ αύτή τή χρονική περίοδο, ή ιμπεριαλιστική πολιτική τής ανοιχτής δυσφήμησης καί συκο φαντίας τού σοσιαλιστικού πολιτισμού ύπέστη μιά ήττα. Τό ενδιαφέρον ολο καί περισσότερων έργαζομένων στις χώρες τού μή σοσιαλιστικού κόσμου νά γνωρίσουν τίς πολιτιστικές έπιτεύξεις τής Σοβιετικής "Ενωσης καί τών άλλων χωρών τής σο σιαλιστικής κοινότητας μεγάλωνε. Στήν ήμερήσια διάταξη τής πολιτιστικής-ίστορικής έξέλιξης έμπαιναν ζητήματα, όπως ή σχέση τών πολιτισμών τών σοσιαλιστικών χωρών μεταξύ τους καί ή συμβολή τους στή διαμόρφωση τού παγκόσμιου σοσιαλι στικού πολιτισμού, ζητήματα τής έθνικοδημοκρατικής πολιτι στικής άνάπτυξης στίς χώρες πού απελευθερώθηκαν άπό τήν άποικιοκρατία καί οί σχέσεις τους πρός τήν πολιτιστική επα νάσταση στίς σοσιαλιστικές χώρες κι ακόμα ζητήματα πού άναφέρονται στίς σχέσεις τών πολιτισμών τών σοσιαλιστικών χω ρών μέ τό δημοκρατικό καί σοσιαλιστικό πολιτισμό στίς χώρες τού κρατικού μονοπωλιακού καπιταλισμού. Ό σοσιαλιστικός πολιτισμός ανήκει στούς καθοριστικούς εκείνους παράγοντες πού συντελούν άποφασιστικά στήν έπιτάχυνση τής παγκόσμιας έπαναστατικής διαδικασίας. 'Η ιστορικά 15
νέα ποιότητά του στηρίζεται σήμερα κυρίως στό βάθεμα των σχέσεων άνάμεσα στά σοσιαλιστικά κράτη. 'Η συνεργασία άνάαεσα στίς αδελφές σοσιαλιστικές χώρες έπιβλήθηκε παραπέρα καί στον πολιτιστικό τομέα σάν καθοριστική ιστορική τάση. Επιτεύχθηκε μεγαλύτερη άνάπτυξη των διεθνιστικών γνωρι σμάτων του σοσιαλιστικού πολιτισμού καί θεμελίωση νέων παοαδόσεων στίς πολιτιστικές σχέσεις. Ταυτόχρονα, ή πολιτιστική ανάπτυξη στίς καπιταλιστικές χώρες καθορίζεται ολο καί πιό αισθητά άπό τά προβλήματα καί τά ζητήματα πού μπήκαν στήν ημερήσια διάταξη τής ιστορίας, χάρη στήν ύπαρξη τού σοσια λισμού, καί πού ή λύση τους πρός τό γενικό οφελος είναι δυ νατή μόνο στή σοσιαλιστική κοινωνία. Λύτό αφορά ζητήματα, όπως ή τοποθέτηση καί ή θέση τού άνθρώπου στήν κοινωνία, οι δυνατότητες άνάπτυξης τής προσωπικότητάς του, ή άνύψωση τού υλικού καί πολιτιστικού έπιπέδου ζοάης τού έργαζόμενου λαού, οποος καί ή λύση τών πολιτιστικών ζητημάτων, πού προ βάλλουν μέ τήν έπιστημονικοτεχνική έπανάσταση. Στή διαδικασία τής προσαρμογής στίς νέες συνθήκες ύπαρ ξης τού ιμπεριαλισμού, το διε&νές εργατικό κίνημα ασκεί ολο καί πιό ισχυρή επίδραση. Άπό τή δεκαετία τού ’60 καί δώθε, τό άντιιμπεριαλιστικό κίνημα σημείωσε σέ πολλές καπιταλιστι κές χώρες σημαντική πρόοδο καί στόν πολιτιστικό τομέα. Σέ εργοστάσια καί σέ ιδρύματα, αυξήθηκαν οί απαιτήσεις τών συνδικάτων γιά μόρφωση καί πολιτιστικές δυνατότητες. 'Ο αγώνας διεξάγεται σήμερα γιά μεταρρυθμίσεις στούς τομείς τής επαγγελματικής μόρφωσης, τής άνώτατης παιδείας, τής επιστήμης καί τής έρευνας. Στίς πόλεις καί τά χωριά, πληθαί νουν τά αιτήματα γιά πλατύτερη συμμετοχή τών εργαζομένων στά δημόσια πολιτιστικά ιδρύματα καί γιά δωρεάν χρήση τους. Ενάντια στό μποϋκοτάζ τών σοσιαλιστικών πολιτιστικών καί καλλιτεχνικών επιτεύξεων, διεξάγεται ολο καί πιό έντονος αγώνας. Σέ θορυβούδεις κάποτε έκδηλώσεις κατά τή δεκαετία τού ’60, νεαροί, κυρίως, φοιτητές καί εκπρόσωποι τής διανόη σης έπετέθηκαν ενάντια στόν άστικό πολιτισμό στό ονομα τής «πολιτιστικής επανάστασης» καί προπαγάνδιζαν αντιλήψεις, συχνά ασαφείς πολιτικά, ένός «άντιπολιτισμού». Σχετικά μ’ αύτά, άποφασιστική σημασία έχει τό οτι τά κομ μουνιστικά καί εργατικά κόμματα τών καπιταλιστικών χωρών κατόρθίυσαν άπό τότε νά άντιληφθοΰν τά πολιτιστικά-πολιτικά ζητήματα σ’ ολο τους τό πλάτος καί νά τά συμπεριλάβουν στή στρατηγική τού άντιμονοπωλιακού άγώνα. ’Έτσι, ολο καί πιό συχνά, πολιτιστικά αιτήματα γίνονται σταθερό συστατικό μέ 16
ρος άντιιμπεριαλιστικών εκδηλώσεων. 'Η όξυνση των άντιθέσεων, πού συνδέεται μέ την έπιστη μονικοτεχνική έπανάσταση, συντελεί, ώστε οί στοιχειώδεις πολιτιστικές άνάγκες νών έργαζομένο^ν νά προβάλλουν ολο καί πιό έντονα στό οπτικό πεδίο της πάλης ανάμεσα στό κεφάλαιο καί τήν εργασία. Οί ταξικοί άγώνες τής δεκαετίας του ’60 καί του ’70 έδραίωσαν τήν πεποίθηση, ότι τό έργατικό κίνημα των καπιταλιστικών χωρών πρέπει νά παλαίψει ένάντια στήν πρακτική του νά φορτώνονται τά βάρη τής κρίσης στον έργαζόμενο λαό καί ότι, ταυτόχρονα, έχει τεθεί αύτό τό κίνημα μπροστά στήν άναγκαιότητα νά άντιπαραθέσει αύτοδύναμες πολιτιστικές εναλλακτικές λύσεις στίς προσπάθειες ολοκλήρωσης πού προβάλλει τό μονοπο^λιακό κεφάλαιο. Τό εθνικό απελεύθεροι ικό κίνημα, πού, στή διάρκεια τών δεκαετιών τού ’50 καί τού ’60, οδήγησε στήν πολιτική ανεξαρ τησία τών περισσότερων άλλοτε άποικιακών χωρών, κατέχει τεράστια πολιτιστική-ιστορική σπουδαιότητα. 'Η κατάρρευση τού ιμπεριαλιστικού αποικιακού συστήματος, πού, δίπλα στή διαμόρφωση τού παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος, είναι ή πιό σημαντική μαρτυρία γιά τίς αλλαγές στό διεθνή συσχε τισμό τών δυνάμεων, έχει χειροτερέψει αποφασιστικά τίς σύγ χρονες συνθήκες ύπαρξης τού ιμπεριαλισμού έπίσης καί άπό πολιτιστική άποψη. Παρά τό ότι ή διαδικασία τής έθνικοαπελευθερωτικής έπανάσταση ς είναι γεμάτη άπό αντιθέσεις καί δέν λείπουν οί προσο^ρινές υποτροπές, σέ πολλές αναπτυσσόμε νες χώρες, τό κοινωνικό καί ταξικό περιεχόμενο τών κοινωνι κών μετασχηματισμών κέρδισε σέ βάθος. Καί πολιτιστικές προϋποθέσεις γιά τό ξεπέρασμα της άποικιοκρατικής κληρονο μιάς, πού άφησε ό ιμπεριαλισμός, δημιουργούνται σέ όλο καί μεγαλύτερο άριθμό. Σέ ιστορικά μικρά σχετικά χρονικά δια στήματα, συντελέστηκαν, στή βάση κοινωνικοοικονομικών με τασχηματισμών, πολλές πολιτιστικές άλλαγές21. Οί αλλαγές αύτές άναφέρονται σέ τέτια ζητήματα, όπως είναι ή βαθμιαία εξάλειψη τού άναλφαβητισμού καί τής γενικής αμάθειας τών μαζών, ή οικοδόμηση ενός προοδευτικού εκπαιδευτικού συστή ματος καί ή ανάπτυξη μιας λαϊκής διανόησης, ή έρευνα καί ή καλλιέργεια τής εθνικής ιστορίας καί τού πολιτισμού καί ή κα τάταξή τους στά πλαίσια τής πολιτιστικής ιστορίας τής ανθρω πότητας. 'Η υλική καί πνευματική υποστήριξη άπό τίς χώρες τών κρα τών τής σοσιαλιστικής κοινότητας έπέδρασε εύνοϊκά στήν προ ώθηση τής έθνικοδημοκρατικής πολιτιστικής ανάπτυξης. Ά λ2
2 4 0 1 -3 0
17
λαγές συντελέστηκαν καί στόν τομέα των πολιτιστικών σχέσεων ανάμεσα στίς χώρες του ιμπεριαλισμού καί τίς χώρες^ τής έθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης. 'Η αύτοδύναμη έμφάνιση στην παγκόσμια πολιτική των κρατών πού άπελευθερώθηκαν άπό τήν άποικιοκρατία συνέβαλε στή διεύρυνση των διεθνών πολιτιστικών σχέσεων, στίς όποιες άναγκάζεται νά υπολογίζει πεοισσότερο καί ή ιμπεριαλιστική πολιτιστική πολιτική άπέναντι στίς χώρες τού τρίτου κόσμου. Τό γεγονός, οτι οί πολι τιστικές συνέπειες τής άποικιοκρατίας μπορούν νά ξεπεραστούν μόνο βαθμιαία, συνετέλεσε, ώστε, τά τελευταία χρόνια, νά βαθύνει περισσότερο τό χάσμα άνάμεσα στίς βιομηχανικά άναπτυγμένες χώρες τού καπιταλισμού καί σέ πολλές άπό τίς άναπτυσσόμενες χώρες τής ’Ασίας, τής ’Αφρικής καί Λατινι κής ’Αμερικής καί στόν τομέα τού πολιτιστικού έπιπέδου καί τών πολιτιστικών συνθηκών ζωής τού λαού. *Η νεοαποικιοκρατική πολιτική τών ιμπεριαλιστικών χωρών έπιδιώκει νά προσδέσει πνευματικά-πολιτιστικά τούς έκπροσοόπους τής εθνι κή ς άστική ς τάξη ς, τή διανόηση καί πλατύτερα στρώματα τού λαού τών άναπτυσσόμενων χωρών στόν ιμπεριαλισμό. Αύτό φαίνεται, λ.χ., στίς ενέργειες τών ’Ινστιτούτων Γκαΐτε τής ΟΔΓ, στήν έκταση τών σπουδών γιά άλλοδαπούς στίς καπιταλιστικές χώ ρες, στόν ογκο τών καπιταλιστικών εξαγωγών ταινιών στίς άναπτυσσόμενες χώρες καί σέ άλλα στοιχεία. Μπορεί κανείς νά προβλέψει, ότι οί άντιθέσεις άνάμεσα στίς καπιταλιστικές χώρες καί τίς χώρες τής έθνικοαπελευθερωτικής έπανάστασης θά βαθύνουν περισσότερο καί οτι τό άντιιμπεριαλιστικό κίνημα θά προσλάβει μεγαλύτερη ένταση στόν τρίτο κόσμο. 'Η ταξική άντιπαράθεση άνάμεσα στά δυό άντιτιθέμενα κοι νωνικά συστήματα άποτελεΐ σήμερα τόν άξονα περιστροφής στίς διεθνείς σχέσεις. Σάν ιστορικά έπεμβαίνουσα νομοτέλεια, έμπεριέχει τόν πολιτιστικό αγώνα ανάμεσα στό σοσιαλισμό καί τόν ιμπερια?,ισμό καί επηρεάζει, όλο καί πιό έντονα, σέ νέες συνθή κες ύπαρξης, τήν πολιτιστική άνάπτυξη στίς χώρες τού κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. Αύτό φαίνεται στήν έπιρροή πού άσκεΐ αυτός ό άγώνας πάνω στή μορφή κίνησης τών βα σικών πολιτιστικών άντιθέσεων τού ιμπεριαλισμού, στίς άντιδράσεις τής δεσπόζουσας ιμπεριαλιστικής πολιτιστικής πολι τικής πρός τά έσω καί πρός τά έξω, όπως καί στίς νέες συνθήκες τού άγώνα τών δημοκρατικών καί σοσιαλιστικών πολιτιστικών δυνάμεων στίς χώρες τού δυτικού κόσμου. ’Από τότε πού υπάρχουν κράτη μέ διαφορετικό κοινωνικό καθεστώς, δηλαδή, άπό τήν επικράτηση τής Μεγάλης Όχτωβριανής Σοσιαλιστικής 18
Επανάστασης, ή πολιτιστική άντιπαράθεση ανάμεσα στό σο σιαλισμό καί τόν ιμπεριαλισμό είναι μέρος τής παγκόσμιας τα ξικής πάλης. Πάντα, ό ταξικός αγώνας διεξαγόταν στόν οι κονομικό, πολιτικό, ιδεολογικό και πολιτιστικό τομέα. Ταυτό χρονα, δέν έλειψαν σέ καμιά χρονική περίοδο οί προσπάθειες του ιμπεριαλισμού νά συντρίψει τόν παγκόσμιο σοσιαλισμό μέ στρατιωτικά μέσα. ΙΙοιές μορφές του ταξικού αγώνα προ βάλλουν κάθε φορά στό προσκήνιο, αύτό έξαρτάται, πριν απ’ όλα, άπό τόν ύπάρχοντα συσχετισμό των δυνάμεων. Ένώ τά σοσιαλιστικά κράτη, άπό τήν άρχή τής ύπαρξής τους, άγωνίστηκαν γιά τή διατήρηση καί έξασφάλιση τής ειρήνης καί γιά τήν έδραίωση σχέσεων ειρηνικής συνύπαρξης ανάμεσα σέ κράτη μέ διαφορετικό κοινωνικό καθεστώς, ή ιμπεριαλιστική πολιτική, άπό τήν άρχή άκόμα, καί έπί ολόκληρες δεκαετίες, άπέβλεπε στήν εξαφάνιση του σοσιαλισμού μέ στρατιωτικά μέ σα. Καί σήμερα υπάρχουν, στά πλαίσια τής παγκόσμιας ιμπερια λιστικής στρατηγικής τής πάλης ένάντια στό σοσιαλισμό καί στά άλλα κύρια έπαναστατικά ρεύματα, οί πιό διαφορετικές ταξικές δυνάμεις καί μέθοδοι πάλης. Μέ βάση τίς άλλαγές στό συσχετισμό των δυνάμεο^ν πρός όφελος τού σοσιαλισμού, έχουν άλλάξει στήν Εύρώπη καί οί συνθήκες τής πολιτιστικής πάλης άνάμεσα στό σοσιαλισμό καί τόν ιμπεριαλισμό, άπό τό δεύτερο μισό τής δεκαετίας τού ’60 καί δώθε. Προέκυψαν πολύ εύνοΐκότερες δυνατότητες, γιά νά ρυθμίζονται οί σχέσεις άνάμεσα σέ κράτη μέ διαφορετικό κοι νωνικό καθεστώς, στή βάση των αρχών τής ειρηνικής συνύπαρ ξης. 'Η διαλεκτική τής ταξικής πάλης, όμο^ς, συνίσταται, στό ότι, μέ τήν τάση πρός τή διεθνή ύφεση, 6 ιδεολογικός ταξικός αγώνας άποκτά μεγαλύτερη σημασία. Στήν άδιαλλαξία, πού έπικρατεΐ άνάμεσα στή σοσιαλιστική καί τήν αστική ιδεολογία, άντανακλάται ή άγεφύρωτη άντίθεση άνάμεσα στήν άστική τάξη καί τό προλεταριάτο σέ παγκόσμια κλίμακα. Ταυ τόχρονα. ή όξυνση τής ιδεολογικής πάλης άναφέρεται στό σύνο λο τών διεθνών σχέσεων. Στήν οικονομική άμιλλα, στήν πολι τική ρύθμιση τών διαφορών καί, άκόμα, στή διαμόρφωση τών πολιτιστικών σχέσεων άνάμεσα σέ σοσιαλιστικά καί καπιταλι στικά κράτη, ή αποτελεσματική εφαρμογή τής ειρηνικής συνύ παρξης συμπερικλείει διαλεκτικά τήν ιδεολογική πάλη. Στόν εκπολιτιστικό τομέα, ή ταξική πάλη παρουσιάζει μιά σειρά ιδιορρυθμίες, πού προκύπτουν άπό τόν ιδεολογικό χαρα κτήρα όλων τών τομέο^ν τού πνευματικού πολιτισμού καί τής συνάφειάς του μέ τίς υλικές πολιτιστικές διαδικασίες τής 2*
19
κάθε φορά κοινωνικής μορφής. Καί συνάγονται από τό γεγονός, οτι οί πολιτιστικές απόψεις ενυπάρχουν σ’ όλους τούς τομείς ττς κοινωνικής ζοΓής. ’Απ’ εδώ, γεννάται ή ιδεολογική καταλυ τική έκκρηκτική δύναμη καί ό εύρύς κοινωνικός χαρακτήρας όλων των ζητημάτων τής πολιτιστικής πάλης ανάμεσα στό σο σιαλισμό καί τόν ιμπεριαλισμό. Κάτω από τίς σύγχρονες συνθήκες, παρουσιάστηκαν νέες άπόύεις τής πολιτιστικής πάλης, πού άναφέρονται σέ ζητήματα τού περιεχομένου καί των μεθόδων τής πάλης, ενώ οί ιμπερια λιστικές ταξικές δυνάμεις προσπαθούν πιό έντονα νά προσαρμο στούν σ’ αύτές τίς συνθήκες. Έ ξαιτίας τής άντικειμενικής σύμπλεξης τού πολιτισμού καί τής κοινωνίας, όπο^ς τής πολιτιστικής καί κοινωνικής πολιτικής, ή πολιτιστική-πολιτι κή άντιπαράθεση διεξάγεται σέ πλατύτερο πνεύμα. ΙΙεριλαμβάνει όλους, χωρίς εξαίρεση, τούς τομείς τού άνθρώπινου πο λιτισμού καί έκτείνεται άπό τίς συνθήκες ζωής καί δουλιάς, ως τίς διάφορες μορφές του πνευματικού πολιτισμού. Σάν συνέπεια τής επιτυχούς επικράτησης τής ειρηνικής συνύπαρξης δέν δια μορφώθηκαν μόνο νέες βαθμίδες καί νέα πεδία τής πολιτιστι κής πάλης, αλλά καί οί μορφές καί οί μέθοδοι αύτής τής πάλης έχουν άλλάξει κατά πολύ. Εκτός άπό τούς ήδη άπό καιρό γνω στούς τομείς, όπως, λ.χ., ή πάλη μέ τή βοήθεια τών μαζικών μέσων ενημέρωσης, όπο^ς τού τύπου, τού κινηματογράφου, τού ραδιοφώνου καί τής τηλεόρασης, σημασία άποκτούν καί όλοι οί παράγοντες πού πηγάζουν άπό τίς άλλαγές στις διεθνείς σχέσεις. Αύτό άναφέρεται, πριν άπ’ όλα, στόν αύξανόμενο άριθμό τών διακρατικών συμφωνιών καί συμφώνων διμερούς ή πο λυμερούς χαρακτήρα, κατά τή σύναψη τών οποίων, τά ιμπερια λιστικά κράτη είναι υποχρεωμένα νά παίρνουν υπόψη τίς άλλαγμένες συνθήκες ύπαρξης. ’Εξάλλου, υπάρχουν άκόμα έγκυρες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, οί όποιες, γιά ν’ άντιδράσουν στή δυσμενή γι’ αύτές έξέλιξη τού συσχετισμού τών δυνάμεων, καταφεύγουν «σέ διαφόρων ειδών άντικομμουνιστικά πολιτικά καί ιδεολογικά σχέδια καί μεθόδους πάλης, όπως καί σέ προ κλήσεις καί οργανωμένες ύπονομευτικές ενέργειες ένάντια στήν κοινωνική προόδο»22, προσπαθούν νά έμποδίσουν τήν ειρηνική συνύπαρξη καί κάνουν κατάχρηση τής διαδικασίας τής πολιτικής ύφεσης, μέ σκοπό νά επεμβαίνουν στις έσωτερικές υποθέσεις τού σοσιαλισμού, επιδιώκουν νά παρεισάγουν λα θραία τήν άστική ιδεολογία, τόν άστικό τρόπο ζωής καί τόν άστικό πολιτισμό στις σοσιαλιστικές χώρες. Γενικά, φαίνεται καθαρά, πώς ή πάλη μεταξύ τού σοσιαλι 20
σμού καί του ιμπεριαλισμού καί στον πολιτιστικό τομέα απο δείχνεται κι αυτή σάν βασικός έξωτερικός όρος ύπαρξης του σύγχρονου κρατικομονοπωλιακου καπιταλισμού. Ταυτόχρονα, ή άνάγκη γιά τήν προσαρμογή στήν πραγματικότητα τού άλλαγμένου συσχετισμού των δυνάμεων έπιδρά τροποποιητικά πάνω στίς μορφές κίνησης των αντιθέσεων, πάνω στίς διάφορες πο λιτιστικές διαδικασίες καί πάνω στά μέσα καί τίς μεθόδους τής πολιτιστικοπολιτικής πάλης. Οι νέες συνθήκες ύπαρξης τού ιμπεριαλισμού καί ή έπίδρασή τους πάνω στίς πολιτιστικές «αντιθέσεις γίνονται, όμως, μόνο τότε εντελώς κατανοητές, όταν ληφθει ύπόψη, μαζί μέ τήν έπιστημονικοτεχνική επανάσταση, καί μιά άλλη βασική κοινωνική διαδικασία, πού έχει άποφασιστική σημασία γιά τόν πολιτισμό τού σύγχρονου μονοπωλια κού καπιταλισμού23. Ό σύγχρονος κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός δέν είναι μόνο ιμπεριαλισμός στίς συνθήκες τής πάλης των άντιτιθέμενων κοινωνικών συστημάτων, είναι καί Ιμπεριαλισμός στίς σνν&ήκες τί]ς έπιστημονικοτεχνικής επανάστασης. Καί οί δυό στιγμές σχηματίζουν μιά άδιάσπαστη ενότητα καί προσδιορί ζουν μέ τήν άμοιβαία τους διείσδυση ολο καί πιό έ'ντονα τήν κοινωνική καί πολιτιστική εξέλιξη τού σύγχρονου καπιταλι στικού συστήματος. Τό ζήτημα, ποιό άπ* τά δυό κοινωνικά συ στήματα είναι σέ θέση νά χρησιμοποιήσει τίς δυνατότητες τής έπιστημονικοτεχνικής επανάστασης πρός τό γενικό κοινω νικό όφελος είναι αύτή τή στιγμή τό αποφασιστικό κριτήριο τής πολιτιστικής προόδου. Τή στιγμή πού οί σοσιαλιστικές χώρες μπορούν νά συνδέουν αύτές τίς δυνατότητες ολοένα καί καλύτερα μέ τά πλεονεκτήματα τού σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής, κάτο^ από τίς συνθήκες τής κυριαρχίας τού κεφα λαίου, ή έπιστημονικοτεχνική πρόοδος δρά σάν έξαιρετικά αντιφατική κινητήρια δύναμη. 'Η διαδικασία τής κοινωνικο ποίησης τής παραγωγής επιταχύνεται μέ τεράστιο ρυθμό, ενώ τό ιμπεριαλιστικό κράτος παίζει τό ρόλο τού μαέστρου καί τού συντονιστή στά πλαίσια τής διαδικασίας τής καπιταλιστι κής αναπαραγωγής, πρός όφελος ολόκληρου τού κεφαλαίου. *Λπ* έδώ προκύπτουν πλήθος σημαντικές έπιδράσεις γιά τήν πολιτιστικοπολιτική πάλη. Τό πέρασμα τών βιομηχανικά άναπτυγμένων καπιταλιστι κών χωρών σέ ιδιαίτερα εντατικά διευρυμένη αναπαραγωγή οδήγησε στόν αύξανόμενο έφοδιασμό τής παραγωγής μέ τεχνικά μέσα, στήν άνοδο τού βαθμού δράσης τής έργατικής δύναμης καί σέ σημαντικές άλλαγές στό χαρακτήρα τής έργατικής δρα 21
στηριότητας καί στίς συνθήκες δουλιας. Αύτό φαίνεται, πρίν απ’ ολα, στήν ανύψωση του μέσου βαθμού περιπλοκότητας τής δουλιας καί στίς άλλαγές πού προκύπτουν άπ’ αύτή γιά τήν ποιοτική κατάρτιση των έργαζομένων, στήν άνώτερη άποδοτικότητα τής δουλιας. πού στηρίζεται στή συσσώρευση έπιστημονικοτεχνικών γνώσεων, δπως καί στίς άλλαγές πού έγιναν στή σχέση άνάμεσα στή σωματική καί τήν πνευματική έργασία. 'Όλες αύτές οί βασικές οικονομικές διαδικασίες έχουν, κάτω άπ’ τήν κυριαρχία τού μονοπωλιακού κεφαλαίου, πολύ αντιφατικές πολιτιστικές επιπτώσεις. ’Έτσι, μεγάλα τμή ματα τής εργατικής τάξης έρχονται μόνο σέ περιορισμένο βαθμό σέ επαφή μέ τή, σύμφωνα πρός τήν επικρατούσα τάση, άνοδο τού επιπέδου κατάρτισης, εξακολουθούν νά παραμένουν ακόμα στή βαθμίδα τής μερικής κατάρτισης ή θίγονται από φαινόμενα μείωσης τού έπιπέδου κατάρτισής τους. Στούς τεχ νικά άναπτυγμένους βιομηχανικούς κλάδους, τό μονοπο^λιακό κεφάλαιο προσπαθεί νά ανεβάσει τήν εντατικοποίηση τής εργα σίας πάνω από τόν κανονικό βαθμό. Αύτό οδηγεί σέ ψυχικοφυσική ύπερκόπωση, νευρική εξάντληση, αύξανόμενη συχνότητα άτυχημάτων, πρόωρη άναπηρία καί σέ άλλες αρνητικές συνέ πειες. Τό πέρασμα σέ ιδιαίτερα έντατικά διευρυμένη αναπαραγωγή οδήγησε καί σέ πολιτιστικά σημαντικές άλλαγές στίς συνθή κες άναπαραγωγής τής έργατικής δύναμης24. ’Ιδιαίτερα ψυχικοφυσικές αξιώσεις γιά ολο καί περισσότερους ασχολούμε νους στή διαδικασία τής καπιταλιστικής παραγωγής, άλλαγές στό ρυθμό εργασίας μέ δουλιά σέ περισσότερες βάρδιες, μεγα λύτερες άποστάσεις άνάμεσα στόν τόπο δουλιας καί κατοικίας καί, έτσι, σχετική παράταση τής εργάσιμης ήμέρας, διαρκείς αξιώσεις γιά επιμόρφωση καί κατάρτιση καί μιά σειρά από άλλους παράγοντες άνύψωσαν τήν άξια τού έμπορεύματος εργα τική δύναμη, στήν πάλη άνάμεσα στή μισθωτή έργασία καί τό κεφάλαιο. *Η πάλη πού διεξάγεται στά προηγμένα βιομηχανι κά καπιταλιστικά κράτη, γιά τήν εξασφάλιση ενός υψηλού ύλικού βιοτικού έπιπέδου, γιά σύγχρονες συνθήκες κατοικίας καί συγκοινωνιών, οί άπαιτήσεις γιά ανάλογη πρός τήν έποχή μας μόρφωση καί κατάρτιση, γιά μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπαυσης καί αναψυχής, υγειονομικής καί κοινωνικής μέρι μνας καί περίθαλψης, άποτελοΰν έκφραση τής πολιτιστικής βαθ μίδας πού έπιτεύχθηκε ιστορικά καί άπαραίτητος όρος γιά τήν άνάπτυξη τής προσωπικότητας. Στό σύγχρονο κρατικομονοποολιακό καπιταλισμό, όμως, καί οί άλλαγμένες συνθήκες 22
άναπαρ αγωγής τής εργατικής δύναμης είναι υποταγμένες στήν κυριαρχία του μονοπωλιακού κεφαλαίου καί στήν πάλη ανάμεσα στήν έργατική καί τήν αστική τάξη. Τό κεφάλαιο δέν έκμεταλλεύεται μόνο τήν υψηλά ειδικευμένη εργασία στή διαδικασία τής παραγωγής, άλλά προσκομίζει κέρδος άκόμα καί στήν πορεία τής αναπαραγωγής τής εργατικής δύναμης, στά πλαίσια τού έλεύθερου χρόνου. *Η καπιταλιστική πολιτιστική βιομηχανία, πού κυριαρχείται καί έπηρεάζεται άπό τό μονο πωλιακό κεφάλαιο, προσδιορίζει, σε άποφασιστικό βαθμό, τή διάρθρωση των συνθηκών ζωής καί ύποτάσσει τούς ορούς ανα παραγωγής τής έργατικής δύναμης στούς νόμους τού μονο πωλιακού κέρδους. Μέ τήν αντίσταση των έργαζομένων σ’ αύτή τήν εξέλιξη καί τήν πάλη τους γιά τή βελτίωση των ορών άναπαραγωγής των δυνάμεών τους, οι πολιτιστικές αντιθέσεις τής ιμπεριαλιστικής κοινωνίας προβάλλουν σαφέστερα.
3. 'Ο ιμπεριαλισμός καί ή κρίση του πολιτισμού 'Η γενική κρίση τού καπιταλισμού, πού στήν έποχή τού περά σματος άπ* τόν καπιταλισμό στό σοσιαλισμό προσδιορίζει, κατά τόν πιό έντονο τρόπο, τίς συνθήκες ύπαρξης τού ιμπε ριαλισμού, έχει βαθύνει άποφασιστικά στή δεκαετία τού ’70. «Στό τελευταίο τέταρτο τού 20ού αιώνα, φαίνεται ολο καί πιό καθαρά, οτι ό καπιταλισμός έχει γίνει έμπόδιο τής κοι νωνικής ανάπτυξης, οτι δέν είναι σέ θέση νά λύσει τά προ βλήματα ύπαρξης τής ανθρωπότητας. 'Η πραγματικότητα επιβεβαιώνει πανηγυρικά τήν άλήθεια τής λενινιστικής διάγνω σης: ’Ιμπεριαλισμός είναι ό καπιταλισμός πού πεθαίνει»25. 'Ο χαρακτηρισμός τού ιμπεριαλισμού σάν παρασιτικοΰ κα πιταλισμού, σάν καπιταλισμού πού σαπίζει καί πεθαίνει προσ διορίζει σωστά τή θέση του στήν ιστορία. Ταυτόχρονα, δμως, ό Λένιν χαρακτήρισε τόν ιμπεριαλισμό καί σάν παραμονή τής προλεταριακής έπανάστασης καί σάν ολοκληρωτική ύλική προ ετοιμασία τού σοσιαλισμού, σάν άμεση προβαθμίδα του26. Καί όταν ό Λένιν έπέστησε άκόμα τήν προσοχή στό οτι ή αποσύν θεση καί ό παρασιτισμός καθόλου δέν άποκλείουν μιάν ταχύ τερη αύξηση τής παραγωγής καί οτι ό ιμπεριαλισμός διανύει σ’ ένα σχετικά μακρό χρονικό διάστημα τό στάδιο τής πα ρακμής του, μ’ αυτό άναφερόταν στή διαλεκτική τής διαδικα 23
σίας τής παρακμής καί τής ιστορικής κατάρρευσης τον Ιμπε ριαλισμόν. Οί παρατηρήσεις του Λένιν γιά τήν ιστορική θέση του ιμπεριαλισμού έχουν άπό πολλές απόψεις σημασία γιά τήν έκτίμηση τής πολιτιστικής κρίσης στίς βιομηχανικά αναπτυγ μένες χώρες του σύγχρονου καπιταλισμού. 'Υπογραμμίζουν τή διαλεκτική σχέση άνάμεσα στήν πρόοδο καί τήν παρακμή, τή στασιμότητα καί τήν ανάπτυξη καί συνδέουν τά ουσιαστικά φαινόμενα τής πολιτιστικής κρίσης μέ τήν τωρινή ιστορική πολιτιστική βαθμίδα τού σημερινού μονοπο^λιακοΰ καπιτα λισμού. Επίσης, κάνουν οφθαλμοφανές, ότι ή άνισομέρεια στό ρυθμό τής άνάπτυξης εμπεριέχει τή γοργή άλλαγή καί τή φθορά, τήν πολύμορφη εξωτερική εικόνα τού πολιτισμού τού ιμπεριαλισμού. ’Απ’ αύτή τήν άποψη, ολα τά φαινόμενα τής πολιτιστικής κρίσης πρέπει νά τά μετρούμε μέ τήν πολιτιστική βαθμίδα πού έχει έπιτευχθεΐ ιστορικά, καί τίς ιστορικές δυ νατότητες τής πολιτιστικής προόδου νά τίς άντιπαραθέσουμε στήν πραγματική πολιτιστική κατάσταση των έργαζομένων. 'Όταν ο Λένιν, άναφερόμενος σέ μιά άλλη περίπτωση, έλεγε, ότι, στίς δυτικοευρωπαϊκές χώρες, «ό υψηλός βαθμ,ός άνάπτυ ξης τού πολιτισμού δρά ένάντια στό προλεταριάτο καί ή έργατική τάξη βρίσκεται σέ πολιτιστική σκλαβιά»27, ύπογράμμιζε μ’ αύτό καί πάλι τήν έσωτερική άντιφατικότητα τής καπιτα λιστικής πολιτιστικής κρίσης, ιδιαίτερα, τό γεγονός, ότι τά έπιτεύγματα τού πολιτισμού στά χέρια τού μονοπωλιακού κεφα λαίου έξυπηρετοΰν τήν καταπίεση τού εργαζόμενου λαού, δυσκολεύουν σημαντικά τή συνειδητοποίηση τών μαζών καί επιβραδύνουν τήν ιστορική κατάρρευση τού καπιταλισμού. Τό ζήτημα, λοιπόν, τής καπιταλιστικής πολιτιστικής κρί σης, ούτε άπό τήν πολιτιστική-ίστορική θέση τού ιμπεριαλι σμού, ούτε άπό τή βασική θεωρητική κατανόηση τής συνά φειας ιμπεριαλισμού καί πολιτισμού, ιδιαίτερα άπό τήν ιδέα τής πάλης τών άντιτιθέμενων πολιτιστικών ταξικών γραμ μών μπορεί νά κατανοηθεΐ. '// ουσία τής πολιτιστικής κρίσης τού ιμπεριαλισμού εκφράζεται, προπάντων, στό οτι ό άνταποκρινόμενος στίς σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις καί άδιάκοπα αύξανόμενος κοινωνικός πλούτος δέν χρησιμοποιείται πρός όφελος τής δημιουργικής άνάπτυξης τής προσωπικότητας τών μελών τών εργαζόμενων τάξεων καί στροψάτων, έξαιτίας τής κυριαρχίας τής μονοπωλιακής άστικής τάξης. ’Έτσι, στόν πυρήνα της, ή πολιτιστική κρίση είναι, πρίν άπ* όλα, κρίση τού συστήματος τής κυριαρχίας τού κεφαλαίου καί τού άνταποκρι24
νόμενου σ’ αύτή δεσπόζοντος πολιτισμού. Τό περιεχόμενό της χαρακτηρίζεται από τό ότι ή διαδικασία της μαζικής διαμόρ φωσης καί ιδιοποίησης του κοινωνικού πλούτου, σ’ όλες τίς μορφές της άνθρώπινης δραστηριότητας, υποτάσσεται στίς συνθήκες τής κυριαρχίας του κεφαλαίου. Ά π εδώ προκύπτει καί δ σννϋετος κοινωνικός χαρακτήρας τής πολιτιστικής κρί σης τον Ιμπεριαλισμού, τό γεγονός, δηλαδή, οτι ή πολιτιστική κρίση δέν περιορίζεται σ’ αύτή ή σέ κείνη τήν πλευρά, σ’ αύτά ή σέ κείνα τά φαινόμενα τού πολιτισμού, — λ.χ., στίς καλές τέχνες ή τήν πνευματική-πολιτιστική ζωή, — αλλά περιλαμβά νει όλες τίς υλικές καί πνευματικές συνθήκες ζωής καί κοι νωνικές δραστηριότητες. Αύτό φαίνεται, κατά τόν πιό άναντήρρητο τρόπο, στήν απο φασιστικότερη σφαίρα τής ανθρώπινης δράσης, δηλαδή, στή διαδικασία τής έργασίας. Κάτω άπό τήν εξουσία τού μονοπω λιακού κεφαλαίου, τά πολιτιστικά φαινόμενα κρίσης παρουσιά ζονται ολο καί πιό καθαρά καί στήν εργασία καί στίς σνν&ήκες εργασίας. Αύτό άρχίζει μέ τό σημαντικότερο φαινόμενο τού κα πιταλισμού τής δεκαετίας τού ’70, δηλαδή, τή μαζική ανεργία. ’Απώλεια ή ανασφάλεια τής δουλιάς δέν δημιουργούν μόνο σοβαρά οικονομικά καί κοινωνικά προβλήματα γιά τούς ’ίδιους τούς ένδιαφερόμενους καί τίς οίκογένειές τους, άλλά θίγουν καί στοιχειώδη πολιτιστικά ζητήματα. 'Η ανεργία καί ή ήμιαπασχόληση σημαίνουν άναγκαστικά άποκλεισμό τού παραγωγού άπό τή σπουδαιότερη σφαίρα τής δημιουργικής άνάπτυξης τής προ σωπικότητας. Μ* αύτό τόν τρόπο, άφαιρεΐται ή δυνατότητα διάπλασης θετικών ιδιοτήτων τής προσωπικότητας, όπο^ς είναι ή πείρα τής δουλιάς, οί έπιδεξιότητες έργασίας, περηφάνεια γιά τίς έπιδόσεις τού καθενός. Τό κεφάλαιο περιορίζει τήν άνθρώπινη προσωπικότητα στή λειτουργία της μέσα στήν κα πιταλιστική αναπαραγωγή, μέ τό νά άρνεΐται, λ.χ., κατά προ τεραιότητα τό δικαίωμα έργασίας σέ νεαρούς άνθρούπους. πού έχουν άκόμα έλάχιστη πείρα δουλιάς, καί σέ ήλικιωμένους έργάτες, πού έχουν έλαττωμ,ένη εύκινησία καί ικανότητα γιά έργασία. ’Αλλά καί γιά τήν πλειονότητα άκόμα των έργαζομένων πού έχουν δουλιά, ή κυριαρχία τού μονοπωλιακού κεφαλαίου επιδρά, κατά πολλούς τρόπους, παραμορφωτικά πάνω στήν προσωπικότητα καί, επόμενα, άπό έκπολιτιστική άποψη, κατα στροφικά. 'Η μείο^ση τού μεριδίου τής δημιουργικής απασχόλη σης πρός όφελος τής ήμιαπασχόλησης, ό υποβιβασμός τού εργάτη σέ εξάρτημα των μηχανών, όπως καί ή έλλειψη τής δυνατότητάς του έχει μιά άντίληψη τού συνόλου τής παραγω25
γης, δλα αύτά σημείωσαν παραπέρα αύξηση, σάν άποτέλεσμα του καπιταλιστικού ορθολογισμού καί τής καπιταλιστικής εντατικοποίησης τής εργασίας. Αύτά καί άλλα στοιχεία τής καπιταλιστικής απαλλοτρίωσης τής εργασίας, πού, πολλές φορέε, παρουσιάστηκαν μέ λογοτεχνικό καί πειστικό τρόπο από συγγράφεις, 6πο)ς 6 Κρίστιαν Γκάϊσλερ, ό Γκύντερ Βάλραο. ο Μάξ φόν ντέρ Γκρύν καί άλλοι, χαρακτηρίζουν τό «σύ στημα άπ* τά πάνω καί άπ’ τά κάτω, από τή σκοπιά τής δύνα μης καί τής άδυναμίας. Τό σύστημα τής βίας καί τής υποταγής, τής διαταγής καί τής ύπακοής, τής άπειλής καί του φόβου, του νά πατάς καί νά πατιέσαι. Τό σύστημα τής έκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο»28. Καί όμως, ακόμα καί κάτω απ’ αύτές τίς συνθήκες, ή έργασία δέν χάνει έντελώς τήν ιδιότητά της νά διαπλάθει την προσωπικότητα. Παρά τόν εκμεταλλευτικό χαρακτήρα τής κα πιταλιστικής έργασίας, ή εργατική τάξη, σέ διάκριση άπό τή μονοπωλιακή άστική τάξη, παραμένει άμεσα δεμένη μέ τή διαδικασία τής παραγωγής καί μέ τίς σύγχρονες παραγω γικές δυνάμεις τής μεγάλης βιομηχανικής παραγωγής. Δια θέτει υψηλού βαθμού έργατική πείρα καί εργατικές έπιδεξιότητες, πού, μέ τήν άνοδο τού μέσου βαθμού κατάρτισης τής ζωιντανής έργασίας, άναπτύσσονται ακόμα περισσότερο. Στή διαδικασία τής έργασίας, διαμορφώνονται, κατά μαζικό τρόπο, ιδιότητες τής προσωπικότητας, όπως είναι τό αίσθημα τού ότι ανήκει κανείς στά μέλη τής κοινωνίας, πού δροΰν παραγω γικά. ή υπερηφάνεια γιά τήν προσωπική ικανότητα έργασίας, ή εύθύνη απέναντι στή δουλιά, τό αίσθημα τής αλληλεγγύης. Οί οργανωμένες μορφές τής πολιτικής καί συνδικαλιστικής πά λης, τής πάλης γιά τό δικαίωμα συναπόφασης στό έργοστάσιο καί τήν κοινωνία, τά αιτήματα γιά τή διασφάλιση τής θέσης έργασίας καί τή βελτίωση των συνθηκών δουλιάς έπιδροΰν ένάντια στίς πολιτιστικά καταστρεπτικές συνέπειες τής άπαλλοτριωμένης έργασίας καί καθιστούν πιό άποτελεσματικά τά κατάλληλα γιά τή διάπλαση τής προσωπικότητας στοιχεία τής ανθρώπινης έργασίας. 1 ό ίδιο άντιφατικά παρουσιάζονται τά συμπτώ ματα τής πολιτιστικής κρίσης τοϋ ιμπεριαλισμόν καί εξω άπό τήν εργασία, στόν έλεύθερο χρόνο καί στίς συνθήκες καί τόν τρόπο αναπαραγωγής τής έργατικής δύναμης. Σάν συνέπεια τής χαρακτηριστικής γιά όλες τίς βιομηχανικά αναπτυγμένες κα πιταλιστικές χώρες διάδοσης τού τρόπου ζωής τών πόλεων, διαμορφώθηκε μιά πλατιά πολιτιστική υποδομή πόλης. Τό 26
άναπτυγμένο σύστημα πολιτιστικών υπηρεσιών στις μεγάλες πόλεις καί τούς βιομηχανικούς κόμβους, τό εκτεταμένο δίχτυ πολιτιστικών ιδρυμάτων στόν τομέα της μόρφωσης, τής έπιστήμης, τής γαστρονομίας, τής ύγείας, τής ανάπαυσης καί του αθλητισμού είναι δείγματα τών συνθηκών ζωής τών πόλεων καί έκφραση του βαθμού παραγωγικότητας τής άνθρώπινης έργασίας. 'Όμως, έξαιτίας τής κυριαρχίας τού μονοπωλιακού κεφαλαίου, σ’ όλους αύτούς τούς τομείς παρουσιάζονται έντονες οι άντιπολιτιστικές συνέπειες. 'Η κερδοσκοπία στήν άγοραπωλησία τής γής, ή τοκογλυφία στά ένοίκια, τά υψηλά τιμολόγια στά δημόσια μέσα μεταφοράς, οί περικοπές τού πολι τιστικού προϋπολογισμού τών πόλεων καί τών κοινοτήτων, οί χαώδεις συγκοινο^νιακές συνθήκες, ή καταστροφή τού περι βάλλοντος κλπ. οδήγησαν τίς μεγάλες πόλεις τών Η1ΊΑ καί τών δυτικοευρωπαϊκών καπιταλιστικών χωρών στήν κρίση. Τά κέντρα τών πόλεων είναι κατά ένα ίδιάζοντα τρόπο καθρέφτης τής κυριαρχίας τού μεγάλου κεφαλαίου. Σ’ αυτά, δεσπόζουν τά εμπορικά καί διοικητικά κτίρια τών μεγαλύτερων, στίς πε ρισσότερες περιπτώσεις, πολυεθνικών μονοπωλίων, τών μεγά λων τραπεζών, τών άσφαλιστικών εταιριών, τών εμπορικών οίκων καί τών ταξιδιωτικών έταιριών, πού μέ τίς διαφημίσεις τους βάζουν τή σφραγίδα σέ δρόμους, πλατείες, οικοδομές καί στά δημόσια μέσα συγκοινωνίας. 'Ολόκληροι δρόμοι καί ολό κληρες συνοικίες κυριαρχούνται άπό τήν καπιταλιστική βιομη χανία γιά άναψυχή καί διασκέδαση. Οί άλλαγές στή διάρθρωση τού πληθυσμού στό κέντρο τών πόλεων, πού συνδέονται μέ τά παραπάνω, συμβαδίζουν μέ τή γοργή ανάπτυξη μεγάλων συ νοικισμών στά κράσπεδα τών πόλεων, οπού χαρακτηριστική κατά κανόνα είναι ή έλλειψη δυνατοτήτων επικοινωνίας. Μπρο στά α αύτά τά φαινόμενα καί έξαιτίας τής τρομακτικής αύ ξησης τής εγκληματικότητας, τής κατάχρησης ναρκωτικών καί τού άλκοολισμοΰ, απειλούνται ολο καί περισσότεροι κάτοικοι τών καπιταλιστικών πόλεων νά χάσουν τή σιγουριά καί τήν ταυτότητα, τήν ατομικότητα καί τό γενικό προσανατολισμό τους. Οί μεγάλες πόλεις καί οί βιομηχανικοί κόμβοι, μαζί μέ τίς συνθήκες ζωής πού προκύπτουν έξαιτίας τους, δείχνουν, έξάλλου, τήν αντιφατική έδαφική κατανομή τών παραγωγικών δυνάμεων καί τή διαφορετική πολιτιστική ανάπτυξη άνάμεσα στήν πόλη καί τό χωριό, πού είναι άποτέλεσμα τού άναρχικού χαρακτήρα τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Ιδιαίτερα χτυπητό παράδειγμα γιά τήν άνικανότητα τού σύγχρονου καπιταλισμού νά λύσει τά πολιτιστικά προβλήματα 27
πρός τό γενικό κοινωνικό συμφέρον είναι οί συνθήκες τής στέ γασης. Παρ’ όλο πού ή ΟΔΓ, λ.χ., κατέχει, στήν οικοδόμηση κατοικιών, μιά απ’ τις πρώτες θέσεις άνάμεσα στις καπιταλι στικές χώρες, ή κρίση εκεί στον τομέα αύτό τών πιό στοιχειω δών πολιτιστικών συνθηκών ζωής έχει όξυνθεΐ αισθητά. Στό φόντο τών νομισματικών κρίσεων καί τών αύξανόμενων χρεών, ευδοκιμούν οί κερδοσκοπίες στήν αγοραπωλησία τής γής, οί τιμές τών οικοπέδου καί τά ενοίκια φτάνουν σέ ίλιγγιώδικα υψη. Τή στιγμή πού άναρίθμητες κατοικίες μένουν άδειες, έξαιτίας τών άκριβών ένοικίων, έκατοντάδες χιλιάδες άνθρω ποι πού δέν έχουν δική τους κατοικία αναγκάζονται νά ζουν κυριολεκτικά «στό περιθώριο τής κοινωνίας». Κύριες αιτίες γιά τά χτυπητά αύτά φαινόμενα τής καπιταλιστικής-πολιτιστικής εχθρότητας είναι ή ατομική ιδιοκτησία στή γή καί τό καπιταλιστικό δίκαιο τής γής. Οί συνθήκες ζο:>ής του προλεταριάτου καί τών άλλων στρωμάτων τού έργαζόμενου λαού, πού προκύπτουν από τή γοργή διάδοση τού τρόπου ζωής τής πόλης, είναι ή πηγή καί τό πρόσφορο έδαφος γιά τή γένεση καί ανάπτυξη ενός πολιτι σμού πού ξεπερνάει τά όρια τής καπιταλιστικής κοινωνίας, παρά τή δεσπόζουσα κυριαρχία τού κεφαλαίου. Τό προλεταριάτο τής καπιταλιστικής κοινωνίας ένσαρκώνει, καί άπό τήν άποψη συνθηκών ζωής του στις πόλεις, τόν ιστορικά προοδευτικότερο τύπο τού πολιτισμού στά πλαίσια τής καπιταλιστικής πολιτι στικής βαθμίδας. Πλάι στήν άμεση εργασία, διεκδικεί σ’ όλα τά έπίπεδα νά έχει, στό μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, τό μερίδιό του καί τή συμμετοχή του στόν παραχθέντα πολιτιστικό πλούτο. Στις μεγάλες πόλεις, στά κέντρα τού οργανωμένου έργατικού κινήματος, 6 άγώνας ξεπερνάει πολύ τήν άμεση αντιπροσώπευση καί προστασία τών οικονομικών συμφερόντων. Στρέφεται οχι μόνο ένάντια στις προσπάθειες νά έπιρρίπτονται τά βάρη τής κρίσης στις πλάτες τού έργαζόμενου λαού, άλλά συμπερι λαμβάνει τό σύνολο τών συνθηκών αναπαραγωγής τής εργα σίας, τόσο μέ τήν έννοια τής άποκατάστασης τών σωματικών καί πνευματικών δυνάμεων πού έχουν καταναλωθεί, όσο καί με τήν έννοια τής διάπλασης τής προσωπικότητας, ανάλογα πρός τις μεγάλες δυνατότητες τής πολιτιστικής προόδου τής εποχής μας. Στήν πνευματική-πολίτιστική ζοιή τής καπιταλιστικής κοι νωνίας, αντανακλάται, κατά Ιδιάζοντα τρόπο, ή κατάσταση κρίσης τον ιμπεριαλισμόν. Αύτό φαίνεται σαφέστερα στήν έπικυριαρχία τής καπιταλιστικής πολιτιστικής βιομηχανίας, ή 28
οποία, στή βάση μιας πλατιάς έμποροποίησης, εκμεταλλεύεται καί χειρίζεται τίς πολιτιστικές άνάγκες τού εργαζόμενου λαού καί, έτσι, έπιδρά παραμορφωτικά πάνω στήν προσωπικότητα. Σ’ αύτή τή βασική τάση, τήν καθοριζόμενη από τήν κυριαρχία τού μονοπωλιακού κεφαλαίου, άντιτίθεται ή πολιτιστική διεκδί κηση τής έργατικής τάξης. Στήν πάλη γιά τήν έξασφάλιση τής διευρυμένης αναπαραγωγής τής έργατικής δύναμης, ή πνευματικοπολιτιστική ζωή τού καπιταλιστικού κοινωνικού συστή ματος καταλαμβάνει μιά σπουδαία θέση. Μέτή δραστήρια συμ μετοχή στίς παγκόσμιες διαδικασίες τής πνευματικοπολιτιστικής πληροφόρησης, στήν πολιτιστική ζωή τής πόλης καί τού χωριού, στόν τουρισμό καί στά ταξίδια, έμφανίζονται καί ανα πτύσσονται οί δυνατότητες νά εκδηλωθεί άντίδραση στίς προ σφορές τής κυρίαρχης πολιτιστικής επιχείρησης καί νά ξεσκε παστούν οί κοινωνικές αιτίες τής άστικής συνείδησης τής κρίσης. Στήν πνευματική-πολιτιστική, ιδιαίτερα στήν καλλιτεχνική ζωή, ή καπιταλιστική κρίση παρουσιάζεται ούσιαστικά μέ τίς ακόλουθες μορφές: 1. Διαθέσεις απαισιοδοξίας, άγωνίας γιά τήν ύπαρξη αδιε ξόδου μπροστά στό φόντο των οικονομικών κρίσεων, τού κινδύνου τού πολέμου, των φυσικών καταστροφών, τής πολιτικής τρομοκρατίας κλπ. 2. Πλατιά διαδομένη έπιρροή τού άνορθολογισμού καί τού μυστικισμού, σάν άντίβαρου στόν ορθολογισμό τών φυσικών επιστημών καί τής τεχνικής (μυστικισμός, έξορκισμός, πα ραψυχολογία). 3. 'Ωραιοποίηση καί άπολιτικοποίηση τής κτηνωδίας, τής βίας, τού έγκλήματος καί άλλων μορφών ηθικής κατάπτω σης, άναγωγή τού άνθρώπου στή βιολογική κατάσταση τού ένστικτου (έπιθετικό καί σεξουαλικό ένστικτο). 4. Συντηρητική-άντιδραστική σχέση πρός τήν ιστορία (άντιδραστική καλλιέργεια παραδόσεων, όπως «ύπερνίκηση» τού φασισμού, ωραιοποίηση τού παρελθόντος) καί διάδοση άντιδραστικών ούτοπιών τού μέλλοντος, μέ τή βοήθεια τής κατάχρησης τής έπιστήμης καί τής τεχνικής. Στήν άντιπαράθεση μέ φαινόμενα, όπως ή συνείδηση καταστροφής στή λογοτεχνία, στόν κινηματογράφο καί τήν τηλεόραση ή τό «σκληρό» τρόπο δράσης σέ άστυνομικές, περιπετειώδεις, γουέστερν καί φανταστικές ταινίες, πρέπει νά παίρνεται υπόψη τό οτι, κατά κανόνα καί, τίς περισσότερες φορές, 29
αύθόρμητα, άντανακλώνται σ’ αύτά πραγματικά φαινόμενα κρίσης καί κοινωνικά έλαττώματα τής καπιταλιστικής κοι νωνίας. Μόνο πού ή άντανάκλαση αύτή είναι παραμορφω μένη, γιατί δέν είναι υλιστικά προσδιορισμένη καί είναι, πολλές φορές, διαθλασμένη άπό τήν κοσμοθεωρητική καί καλλιτεχνική αντίληψη του κάθε συγγραφέα ή τής ομάδας συγγραφέων, στά πλαίσια τής καπιταλιστικής πολιτιστι κής επιχείρησης. Έδώ, άνάμεσα στίς ύποκειμενικές προ θέσεις των πνευματικών παραγωγών καί τή λειτουργική έπίδραση στήν κοινωνία, πολύ σπάνια υπάρχει συμφωνία. Σημεία όπου γίνεται κριτική στά φαινόμενα πολιτιστικής κατάπτωσης άποδείχνονται, πολύ συχνά, ότι άνταποκρίνονται στό σύστημα. Τά στερεότυπα καί τά πρότυπα τού μαζικού πολιτισμού έπηρεάζουν διαρθρώσεις σκέψεων καί υποδείγματα συμπεριφοράς, σέ βαθμό πού δέν επιτρέπεται νά τόν υποτιμά κανείς. Δέν είναι, όμως, αύτά οί πραγματικές αιτίες τού πλατιά διαδομένου εχθρικού πρός τόν πολιτισμό κλίματος τής καπιταλιστικής κοινωνίας. Γενικά, θά ήταν λάθος νά συνταυτίζουμε τό μαζικό πολιτισμό τού ιμπεριαλι σμού μέ τόν πολιτισμό τής παρακμής29, χωρίς νά υπολογί ζουμε, οτι ή άντίθεση άνάμεσα στίς σοσιαλιστικές ταξικές γραμμές παρουσιάζεται μέ ιδιαίτερη σαφήνεια στίς μαζικές πολιτιστικές διαδικασίες. Μέ τή βοήθεια τής πολιτιστικής εικόνας εμφάνισης, γίνεται φανερό, ότι ή ιμπεριαλιστική πολιτιστική κρίση επηρεάζεται αύτή τή στιγμή τόσο άπό τίς διεθνείς ταξικές άντιπαραθέσεις, οσο καί άπό τήν πάλη άνάμεσα στούς εκπροσώπους τού δε σπόζοντος πολιτισμού καί τίς δυνάμεις τού δημοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολιτισμού, όπως καί άπό τήν προχωρούσα δια δικασία διαφοροποίησης στά πλαίσια τής ίδιας τής άστικής τάξης. ’Απ’ εδώ προκύπτει, δίπλα στό χαρακτήρα κρίσης καί παρακμής, κι ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα τού δεσπό ζοντος πολιτισμού τού ιμπεριαλισμού, ή έσωτερική άντιφατικότητά του καί ή έλλειψη ενότητας.
30
4. Πολιτισμός καί ταξική κυριαρχία — Γιά τό χαρακτήρα του δεσπόζοντος ιμπεριαλιστικού πολιτισμού Παρά τό γεγονός, ότι τό μονοπωλιακό κεφάλαιο άφήνει άποτυποψένα παντού στήν πολιτιστική πραγματικότητα τά ’ίχνη του, οί έκπρόσωποι τής πολιτιστικής καί κοινωνικής άστικής θεωρίας προσπαθούν νά άρνηθοΰν ή νά συγκαλύψουν τήν άδιαχούριστη συνάφεια πού ύπάρχει ανάμεσα στήν κυριαρχία τού μονο πωλιακού κεφαλαίου καί τό χαρακτήρα τού δεσπόζοντος στίς καπιταλιστικές χώρες πολιτισμού. Στή θέση τής ταξικής πολι τιστικής κυριαρχίας τής μονοπωλιακής άστικής τάξης, το ποθετούν τήν πολιτιστική κυριαρχία τού ταξικά ουδέτερου, όπως τό νομίζουν αύτοί, κράτους ή τήν κυριαρχία των αντιπρο σώπων τού διευθυντικού προσωπικού, των μικροαστών ή τής διανόησης. ’Αναμφίβολα, πίσω άπό τό ζήτημα τού χαρακτήρα τού δεσπόζοντος πολιτισμού τού ιμπεριαλισμού, κρύβεται ένα δύ σκολο θεωρητικό πρόβλημα. Αύτό προκύπτει, πρώτον, άπό τό γεγονός, οτι τό μονοπωλιακό-καπιταλιστικό ταξικό συμφέρον, καί άπό πολιτιστική άποψη, επιβάλλεται μόνο μέ τή σύμπραξη ενός μεγάλου άριθμοΰ ταξικών άστικών δυνάμεων καί, δεύτερο, άπό τό χαρακτηριστικό γιά τόν κρατικομονοπωλιακό καπιταλι σμό τρόπο άσκησης τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας, άπό τήν άντιφατική σύμπλεξη διαφοροειδών ρυθμιστικών μηχα νισμών, στή βάση τών αύθόρμητων δρώντων νόμων τής δια δικασίας τής καπιταλιστικής άναπαραγωγής. Καί άπό τίς δυό αύτές στιγμές, προκύπτει 6 βαθιά διχασμένος καί έσωτερικά άντιθετικός χαρακτήρας τού δεσπόζοντος πολιτισμού τού ιμπεριαλισμού.
Ή συνεργασία κράτους καί μονοπωλίων γιά τήν επιβολή τών ταξικών πολιτιστικών συμφερόντων της άστικής μονοπωλιακής τάξης 'Η σύμπλεξη τής εξουσίας τών μονοπωλίων μέ τήν εξουσία τού ιμπεριαλιστικού κράτους έχει φτάσει σήμερα σέ νέα βαθ μίδα. Οί διαδικασίες τής συγκέντρωσης καί τής συγκεντροποίησης τού κεφαλαίου έπιταχύνονται, στή βάση τής ισχυρότερης επέμβασης τού ιμπεριαλιστικού κράτους στό σύνολο τής διαδι 31
κασίας τής καπιταλιστικής άναπαραγωγής. 'Ο πολιτικοοικονο μικός ρόλος του κράτους έκδηλώνεται σ’ αυτή την περίπτωση μέ τό οτι άντιπροσίοπεύει τά πολιτικά συμφέροντα του μονοπω λιακού κεφαλαίου, μέ τή δράση του σάν καπιταλιστή επιχειρη ματία καί μέ τή λειτουργία του σάν πραγματικού γενικού καπιταλιστή. Στή βάση τής ανακατανομής μεγάλου μέρους του εθνικού εισοδήματος, τό άστικό κράτος άναλαμβάνει τή χρηματοδότηση σημαντικών τομέων του λεγάμενου δημόσιου πολιτιστικού βίου, πού έχουν μεγάλη σημασία γιά τήν (αναπαρα γωγή τής εργατικής δύναμης. Έξαιτίας του πολύ προχωρημέ νου διαχωρισμού άνάμεσα στήν ιδιοκτησία τού κεφαλαίου καί τή λειτουργία τού κεφαλαίου στό σημερινό μονοπωλιακό καπι ταλισμό, τό άστικό κράτος δρά καί στόν πολιτιστικό τομέα περισσότερο άπό κάθε άλλη φορά πρός τό συμφέρον τού συ νολικού κεφαλαίου. Ενεργεί, προπάντων, σέ πολιτιστικούς το μείς γιά τούς οποίους ξεχωριστοί καπιταλιστές, έξαιτίας τού άνεπαρκούς κέρδους, δέν δείχνουν ένδιαφέρον ή σέ τομείς πού ξεπερνούν τίς χρηματικές δυνατότητες ξεχωριστών καπιταλι στικών έπιχειρήσεων καί μονοπωλιακών ομάδων. Οι πολιτιστικές έπιπτώσεις πού προκύπτουν άπό τή σύμπλεξη τής εξουσίας τών μονοπωλίων μέ τήν έξουσία τού κράτους δέν άναφέρονται μόνο σέ ειδικές, έπιμέρους πλευρές τής άσκη σης τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας, λ.χ., στήν έπιρροή τών συνδέσμων τών έπιχειρηματιών καί τών πολιτικών κομ μάτων τής μονοπωλιακής αστικής τάξης πάνω στίς πνευματικές-πολιτιστικές διαδικασίες ή στό συσχετισμό τών δυνάμεων στόν τομέα τής καπιταλιστικής πολιτιστικής βιομηχανίας. Άναφέρονται, μάλλον, στίς πολιτιστικές πλευρές ολόκληρης τής διαδικασίας τής καπιταλιστικής άναπαραγωγής. Ό «έξαναγκασμός γιά τήν κεντρική καταγραφή καί χρησιμοποίηση όλου τού κοινωνικού δυναμικού στήν υπηρεσία τού κέρδους ή τού συστήματος κέρδους»30 επηρεάζει τό χαρακτήρα καί τόν τρόπο τής άσκησης τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας στό σύγχρονο ιμπεριαλισμό. Ισάζει τή σφραγίδα του στή δεσπόζουσα καπιταλιστική πολιτιστική επιχείρησή, γενικά, συμβάλλει, ώστε οί απαιτήσεις γιά τή διασφάλιση τού έκμεταλλευτικοΰ συστή ματος νά δροΰν καί στόν πολιτιστικό τομέα σάν ή αποφασιστική κινητήρια δύναμη καί βαθαίνει τίς πολιτιστικές άντιθέσεις τού κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. ’Εξάλλου, θά απλοποιούσαμε τά πράγματα, άν θά θέλαμε νά συνδέσουμε άπευθείας καί άμεσα τίς νεώτατες κατευθύνσεις τής μόδας τής δεσπόζουσας άστικής καλλιτεχνικής επιχείρησης 32
ή τίς διαφορές στις πολιτιστικές συλλήψεις των διάφορων τμη μάτων τής μονοπωλιακής αστικής τάξης μέ τις θέσεις ισχύος μονωμένων κοντσέρν ή μονοπωλιακών ένώσεων. Μιά τέτια χυδαίο υλιστική προσέγγιση του ζητήματος θά οδηγούσε σέ χοντροκομμένες άπλουστεύσεις καί δέν θ-ά άνταποκρινόταν στον άντιφατικό καί πολύπλευρο χαρακτήρα τής άσκησης τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας. Μέ άφετηρία τίς συγκεκριμένες-ίστορικές σχέσεις πού υπάρχουν ανάμεσα στίς παραγω γικές δυνάμεις καί τίς σχέσεις παραγωγής καί τή σύμπλεξη των διαδικασιών τής βάσης καί τού έποικοδομήματος στή σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, χρειάζεται, μάλλον, νά πά ρουμε ύπόψη μεγάλο άριθμό άπό οικονομικούς, πολιτικούς καί ιδεολογικούς παράγοντες καί στοιχεία πού επηρεάζουν έμμεσα καί άμεσα τόν ιμπεριαλιστικό πολιτισμό, τίς σχέσεις τών τα ξικών δυνάμεων καί τίς μορφές κίνησης τών βασικών πολιτι στικών άντιθέσεων. Ή ένωση τής εξουσίας τών μονοπωλίων μέ τήν εξουσία τού κράτους έκδηλώνεται, στή σύγχρονη δεσπόζουσα πολιτιστική παραγω γή τής ΟΔΓ, στίς παρακάτω στιγμές: 1. 'Υπάρχει στενή συνεργασία άνάμεσα στά κεντρικά καί τά ομοσπονδιακά ιδρύματα τού άστικοΰ κράτους, μέ τή βοή θεια τών οποίων, έπιβάλλεται ένα μεγάλο μέρος τών πολιτιστικοπολιτικών δραστηριοτήτων πρός όφελος τού μονο πωλιακού κεφαλαίου. Στήν πορεία τής άσκησης τής κρατικομονοπωλιακής κυριαρχίας, ένισχύεται ό συγκεντρωτι σμός καί στόν πολιτιστικό τομέα, άναπτύσσονται περισσό τερο οί δεσμοί άνάμεσα στά πολιτιστικά όργανα έξουσίας τού κράτους σέ κλίμακα ομοσπονδίας καί κρατιδίων, άπό τή μιά μεριά, καί τά μονοπώλια καί τούς συνδέσμους έπιχειρηματιών, άπό τήν άλλη. Μ’ αύτό τόν τρόπο, εξασφαλί ζεται ή κεντρική κρατικομονοπωλιακή ρύθμιση σέ τομείς, όπως ή έπιστήμη, ή έρευνα καί ή παιδεία, ή διαμόρφωση τού περιβάλλοντος, ή πολεοδομία καί ή συγκοινωνία. 2. Τά μονοπώλια καί τό κράτος έχουν έξασφαλίσει άντιπροσώπευση καί άποτελεσματική έπιρροή στά λεγάμενα «κοινωφελή ιδρύματα τού δημοσίου δικαίου» — τό ραδιό φωνο καί τήν τηλεόραση. Τά συμβούλια τών ραδιοφωνικών καί τηλεοπτικών σταθμών τής ΟΔΓ κατέχονται, στό μεγα λύτερο μέρος τους, άπό άνώτερους ύπαλλήλους τής 'Ομο σπονδιακής κυβέρνησης, τών κυβερνήσεων τών κρατιδίων, άπό έκπροσοόπους τής έκκλησίας καί τών συνδέσμων τών 3 2401-30
33
επιχειρηματιών. Ταυτόχρονα, τά μεγάλα πολιτιστικά κοντσέρν άναπτύσσουν μεγάλη δραστηριότητα, γιά νά πάρουν στήν κατοχή τους τά σύγχρονα ήλεκτρονικά μέσα ένημέρωσης, καί, με τήν πάλη γιά ν5 άποκτήσουν ιδιωτικούς σταθμούς έκπομπών, προσπαθούν νά δυναμώσουν ακόμα πιό πολύ τήν άμεση έπιρροή του μονοπωλιακού καπιταλι σμού στά μαζικά μέσα ενημέρωσης. 3. Στήν ΟΔΓ καί σ’ άλλες καπιταλιστικές χώρες, άποφασιστικοί τομείς τής πολιτιστικής παραγωγής καί διανομής, προπάντων, ό τομέας πού χαρακτηρίζεται σάν βιομηχανία πολιτιστική, ψυχαγωγίας, ελεύθερου χρόνου ή διασκέδασης, κυριαρχούνται άπό μεγάλα ιδιωτικά καπιταλιστικά κοντσέρν καί μονοπωλιακές ενώσεις. Μονάχα, τά κοντσέρν τού Σπρίνγκερ καί τού Μπέρτελσμαν πραγματοποιούν μαζί τό 60% περίπου τού συνολικού τζίρου στή σημαντική περιοχή τής πνευματικής-πολιτιστικής μαζικής ένημέρωσης. Ει δικά, σ’ αύτό τόν τομέα, ή συγκέντρωση τού κεφαλαίου αποτελεί άμεση συγχώνευση τής οικονομικής, πολιτικής καί ιδεολογικής δύναμης. Καθιστά τά δεσπόζοντα στήν άγορά κοντσέρν ικανά νά άναλάβουν, γιά σημαντικούς πολιτιστι κούς τομείς, τή λειτουργία βασικών ρυθμιστικών κέντρων τής μονοπωλιακής κυριαρχίας. 4. 'Υπάρχει ένας έκτεταμένος πολιτιστικός-πολιτικός μηχα νισμός έξουσίας τών μονοπωλίων καί τών συνδέσμων των επιχειρηματιών, πού ασκεί καθοριστική έπιρροή πάνω στόν ιδεολογικό προσανατολισμό τών μέσων μαζικής ένημέρω σης, όπως είναι ό τύπος, τό ραδιόφωνο καί ή τηλεόραση, πάνω στήν ιδεολογική καί πολιτιστικοπολιτική δουλιά στά μεγάλα βιομηχανικά έργοστάσια, πάνω στόν αγώνα κατά τών έκπροσώπων τού δημοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολι τισμού καί πάνω στήν ιδεολογική υπονομευτική δραστηριό τητα σέ βάρος τών σοσιαλιστικών χωρών. 'Ο μηχανισμός αύτός στρατολογεί τούς άνθρώπους του καί άπό πολιτιστικοπολιτικές ύπηρεσίες καί ιδρύματα τών κεντρικών συνδέ σμων έπιχειρηματιών, καθώς έπίσης καί άπό ειδικές μονο πωλιακές ένώσεις τού πολιτιστικού τομέα. Τό μονοπωλιακό κεφάλαιο έξασφαλίζει τήν έξουσία ν’ άποφασίζει τό ίδιο κατά τήν έπεξεργασία καί έπιβολή τής κατευθυντήριας γραμμής τής ιμπεριαλιστικής πολιτιστικής πολιτικής πρός τά εσω καί πρός τά έξω. Αύτό είναι συνέπεια τής μεγάλης συγκέντρωσης έξουσίας άπό τίς κορυφαίες ενώσεις τών μο νοπωλίων, τής σύμπλεξης αύτών τών ένώσεων μέ τά ηγετικά 34
όργανα των κυβερνητικών κομμάτων καί των κρατικών εκτελεστικών οργάνων. Αύτή ή τάση παρουσιάζεται, μέ τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια, στούς πολιτιστικούς έκείνους τομείς πού συνδέονται άμεσα μέ τις απαιτήσεις τής διαδι κασίας τής καπιταλιστικής άναπαραγωγής. *Απ* δλα τά παραπάνω, προκύπτει, δτι τά ταξικά συμφέροντα τής μονοπωλιακής άστικής τάξης στον πολιτιστικό τομέα επι βάλλονται μέ τή συνεργασία ανάμεσα στά ιδρύματα του κρά τους, τά μονοπώλια, τά κόμματα-φορεΐς του ίσχύοντος συστή ματος, καθώς καί μέ τή βοήθεια τών μαζικών μέσων ενημέρω σης. Πάντως, ή συνεργασία αύτή δέν γίνεται άπρόσκοπτα καί χωρίς άντιθέσεις. Παρ’ όλο πού οί τάσεις σύμπλεξης έχουν προχωρήσει άρκετά, ό πολιτιστικοπολιτικός μηχανισμός δέν αποτελεί ομογενές σύνολο. Ξεκινώντας άπό τίς βασικές του λειτουργίες, — τής διασφάλισης του συστήματος τής καπιτα λιστικής κυριαρχίας καί τής υποταγής τών λαϊκών μαζών, — έχει ν’ αντιμετωπίσει πολυάριθμους άντιτιθέμενους καί άντιφατικούς παράγοντες. 'Η κυριαρχία τής μονοπωλιακής άστι κής τάξης συνεχίζει νά πραγματοποιείται, στή βάση διαφόρων κρατικομονοπωλιακών μορφών ιδιοκτησίας καί μέ τή βοήθεια διαφόρων μηχανισμών. Εξάλλου, χαρακτηρίζεται καί άπό τήν πάλη τών διαφόρων πολιτικών ομάδων, στά πλαίσια τής μονο πωλιακής άστικής τάξης. 'Η άσκηση τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας χαρακτηρίζεται, τέλος, καί άπό τήν άγεφύρωτη άντίθεση πού ύπάρχει άνάμεσα στούς άντιλα'ικούς ταξικούς στό χους τής κυρίαρχης μονοπωλιακής-καπιταλιστικής μειοψηφίας καί τά ζωτικά συμφέροντα τών εργαζόμενων τάξεων καί στρω μάτων. Αύτή ή άντιφατικότητα φτάνει, εν μέρει, μέχρι καί μέσα στόν πολιτιστικοπολιτικό μηχανισμό εξουσίας καί τόν μετατρέπει κι αύτόν σέ άγωνιστικό πεδίο διαφορετικών ταξικών συμφερόντων.
Κυρίαρχος πολιτισμός καί μή μονοπωλιακές ταξικές αστικές δυνάμεις Γιά τήν άποκάλυψη τού άντιφατικοΰ καί μή ενιαίου χαρα κτήρα τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας, έχει βασική σημασία, πλάι στήν ένωση τής δύναμης τών μονοπωλίων μέ τήν κρατική εξουσία, καί ένας δεύτερος παράγοντας: ή συνάφεια άνάμεσα στόν κυρίαρχο πολιτισμό καί τή δράση τών μή μονοπω>ιακών ταξικών άστικών δυνάμεων. Έξαιτίας τής πόλωσης τών 35
ταξικών άντιθέσεων καί τής δλο καί πιό περιορισμένης κοινω νικής βάσης τής ταξικής ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, ή μονο πωλιακή άστική τάξη, σάν άριθμητικά φθονούσα μειοψηφία τής καπιταλιστικής κοινωνίας, γιά νά έπιβάλει τά ταξικά της συμφέροντα, χρησιμοποιεί, όλο καί πιό άνοιχτά, τά πολιτιστικά επιτεύγματα των μή μονοπωλιακών τμημάτων τής άστικής τά ξης, τών μικρών καί μεσαίων παραγωγών εμπορευμάτων καί τών κύκλων τής άστική ς διανόησης. Ή συνάφεια άνάμεσα στόν κυρίαρχο πολιτισμό καί τίς μή μονοπωλιακές ταξικές άστικές δυνάμεις προβάλλει έξαιρετικά περίπλοκα ζητήματα. Τά ζητήματα αύτά προκύπτουν δχι μόνο άπό τό δτι ή σύνθεση τών ’ίδιων τών ταξικών αυτών δυνάμεων είναι έξαιρετικά έτερογενής, άλλά καί άπό τό δτι άσκοΰν δια φορετικές λειτουργίες στήν ιστορική διαδικασία παρακμής τού αστικού πολιτισμού. Γενικά, ή έξάρτηση τών μή μονο πωλιακών ταξικών άστικών δυνάμεων άπό τήν παντοδυναμία τού μονοπωλιακού κεφαλαίου έχει γίνει σήμερα μεγαλύτερη. Εκδηλώνεται, δμως, μέ διαφορετικές μορφές καί συνδέεται μέ διαδικασίες διαφοροποίησης στό στρατόπεδο τής άστική ς τάξης. Έξαιτίας τού υψηλού βαθμού τής κοινωνικοποίησης τής πα ραγωγής καί τού πολύ προχωρημένου καταμερισμού τής έργασίας, προέκυψε, άπό τή μιά μεριά τεράστια αύξηση τής έπιρροής τού άνώτερου μονοπωλιακού στρώματος, δηλαδή, τής ομάδας τού χρηματιστικού κεφαλαίου, πού προήλθε άπό τή μεγαλοαστι κή τάξη. ’Απ’ τήν άλλη πλευρά, πολλοί άπ’ αύτούς πού άνήκουν στίς μή μονοπωλιακές ταξικές άστικές δυνάμεις προωθούνται σέ άμεσους εκπροσώπους τών συμφερόντων τού μονοπωλιακού κεφαλαίου. Αυτό άφορά, προπάντων, τόν αυξανόμενο άριϋμό άπό ηγετικές καί διοικητικές δυνάμεις τής οικονομίας, τής πο λιτικής καί του πολιτισμού, πού ή δράση τους έξασφαλίζει ούσιαστικά τή λειτουργία τής καπιταλιστικής άναπαραγωγής. Τά στελέχη τής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, πού χαρακτηρί ζονται καί σάν διευθυντικό προσωπικό, δέν στέκουν δίπλα στή μονοπωλιακή άστική τάξη, ούτε παίρνουν τή θέση τού άνούτατου καί κυρίαρχου μονοπωλιακού στρώματος. Επειδή, δμως, συχνά, είναι καί οί ίδιοι ιδιοκτήτες κεφαλαίου μέ δικές τους μετοχές ή επειδή στούς ύψηλούς μισθούς τους καί στά πρόσθετα έσοδά τους κρύβεται πραγματικά μονοπωλιακό κέρδος, μπορεί νά πει κανείς, δικαιολογημένα, «δτι ή πλειοψηφία τών κορυ φαίων διευθυντικών προσώπων άποτελοΰν ένα ιδιαίτερο τμήμα τής μονοπωλιακής άστική ς τάξης, δτι συγχωνεύονται, σέ με γάλο βαθμό, μέ τήν τάξη τών εκμεταλλευτών καί δτι άντιπρο36
σωπεύουν ένα νέο στρώμα στά πλαίσια της χρηματιστικής ολιγαρχίας»31. Έξαιτίας του χαρακτηριστικού γιά τό μονοπωλιακό καπιτα λισμό διαχωρισμού ανάμεσα στήν ιδιοκτησία του κεφαλαίου καί τή χρήση του κεφαλαίου στή διαδικασία της άναπαραγωγής, οί ήγετικές καί διευθυντικές δυνάμεις του καπιταλιστικού συστήματος δρουν στό πνεύμα τής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. ’Έτσι, τό διευθυντικό προσωπικό δρά πρός τό πολιτιστικό συμφέρον του μονοπωλιακού κεφαλαίου, μέ τό νά συμβάλλει ση μαντικά στήν οργάνωση καί τήν άναπαραγωγή των υλικών συνθηκών ζωής καί τών πνευματικών-πολιτιστικών άντανακλάσεών τους στά ιδρύματα καί τίς θεωρίες του έποικοδομήματος. Οί ιμπεριαλιστικές ήγετικές δυνάμεις είναι, άπ’ αύτή τήν άποψη, γιά δυό λόγους σημαντικές γιά τον κυρίαρχο πολιτισμό. ’ Από τή μιά μεριά, εξασφαλίζουν, μέ τή δράση τους, τίς οικο νομικές, πολιτικές καί ιδεολογικές βάσεις έξουσίας του δεσπό ζοντος πολιτισμού. ’Από τήν άλλη μεριά, συντελούν σημαντικά στό νά τελειοποιείται 6 κυρίαρχος πολιτισμός στή δομή του, στό περιεχόμενο καί στή λειτουργία του εξασφαλίζεται ή έπιρροή του πάνω στήν καπιταλιστική κοινωνία. Σ’ αύτή τήν περί πτωση, δέν γίνεται λόγος μόνο γιά τό διευθυντικό προσωπικό στήν καπιταλιστική πολιτιστική βιομηχανία, όπως είναι 6 γενικός πληρεξούσιος του Κοντσέρν Μπέρτελσμαν, οί ήγετικές δυνάμεις στήν Λ.Ε. του Σπρίνγκερ, ή ομάδα τών ΜπουκέριουςΓκρούνερ-Γιάρ ή οί διευθύνοντες σέ άλλες μεγαλοεπιχειρήσεις τού τύπου, τού κινηματογράφου, τού ραδιοφώνου καί τής τη λεόρασης. Σάν πολιτιστικός φορέας πρός τό συμφέρον τού κεφαλαίου, δρά, προπάντων, τό ανώτατο ιμπεριαλιστικό διευ θυντικό στρώμα, σ’ όλο του τό πλάτος, άρχίζοντας άπό τούς λεγάμενους βιομηχανικούς «καπεταναίους» στίς μεγάλες μονά δες τής οικονομίας, περνώντας στίς ήγετικές δυνάμεις τών αστικών κομμάτων, τών οργανώσεων, τών συνδέσμων καί τού κρατικού μηχανισμού καί καταλήγοντας στό διευθυντικό προ σωπικό τού πνευματικοΰ-πολιτιστικοΰ τομέα. ’Ενώ τό μεγαλύτερο μέρος τού καπιταλιστικού διευθυντικού προσωπικού στρατολογεΐται άπό αστικές ταξικές δυνάμεις πού δέν ανήκαν άλλοτε στή μονοπωλιακή άστική τάξη, ένα μέρος άπ’ τούς ίδιους τούς επιχειρηματίες άσκοΰν ήγετικές καί διευθυντικές λειτουργίες. ’Εδώ, συντελείται μιά έντονη σύμπλεξη καπιταλιστών επιχειρηματιών καί διευθυντικού προσωπι κού, πού επιδιώκει νά εξυψώσει τό κύρος τού ιδιώτη έπιχειρηματία στήν κοινή γνά)μη, προσπαθώντας, μέ πλάνες, ν’ άπο37
κρύψει τήν αντικειμενική νωθρότητα καί τόν παρασιτισμό τής κυρίαρχης τάξης. ’Έτσι, άπό τό 1970 καί πέρα, στήν ΟΔΓ, άφιερώνεται άκόμα μεγαλύτερη προσοχή στά «πολιτιστικά κα θήκοντα τού έπιχειρηματία». Οί στόχοι πού διατυπώνονται σέ πολυάριθμες δημοσιεύσεις καί ντοκουμέντα ξεπερνούν κατά πολύ τό γνωστό, παραδοσιακό ρόλο των βιομηχάνων, οτι είναι «Μαικήνες» των καλών τεχνών. Σήμερα, ή μονοπωλιακή αστι κή τάξη ζητάει πολύ περισσότερα, ζητάει έπίμονα αρμοδιότητα εξουσίας καί ελέγχου σέ τέτιους σοβαρούς τομείς, όπως είναι ή επαγγελματική έκπαίδευση καί μετεκπαίδευση, ή επιστήμη, ή έρευνα καί ή τεχνολογία, ή διαμόρφωση τού χώρου καί ή πολεοδομική. Οί πολιτιστικές άντιλήψεις πού άναφέρθηκαν πλατιά σ’ αυτή τή συνάφεια άντανακλοΰν έδώ, άπό τή σκοπιά τών συμφερόντων τού κεφαλαίου, μόνο τό άντικειμενικό πλάτος τού πολιτιστικού-πολιτικοΰ άγωνιστικοΰ πεδίου τού παρόντος. Μεγάλα τμήματα τής μή μονοπωλιακής αστικής τάξης, οι Εκπρόσωποι τής μικροαστικής τάξης, τής μικρής καί με σαίας έμπορευματικής παραγωγής κατέχουν σημαντική θέση στή διαδικασία τής δημιουργίας καί τής διακίνησης τών πολι τιστικών προϊόντων. Ή μικροαστική τάξη καθεαυτή είναι, έξαιτίας τής άντικειμενικής της ταξικής τοποθέτησης, βαθιά αντιφατική. Ανώτερα στρώματά της πλησιάζουν τήν άστική τάξη, ενώ κατώτερα στρώματά της ζοΰν οχι σπάνια κάτω άπό συνθήκες χειρότερες άπό κείνες στίς όποιες ζοΰν τμήματα τής έργατικής τάξης στή μεγάλη βιομηχανική παραγωγή. ’Ανε ξάρτητα, όμως, άπ’ αυτό, ή μικροαστική τάξη διαφέρει άπό τήν εργατική τάξη λόγω τής άτομικής ιδιοκτησίας στά μέσα παραγο^γής, λόγω τής κατοχής κεφαλαίου καί λόγω τής δυ νατότητας, πού πηγάζει άπ’ αύτά, νά πραγματοποιεί κέρδος. 'Η ιδιοκτησία μπορεί νά είναι διαφορετικού μεγέθους, παρα μένει, παρ’ ολ’ αύτά, τό άποφασιστικό κριτήριο ύπαρξης τών ταξικών διαφορών. Χειρώνακτες, μικροβιομήχανοι, μικρέμπο ροι, κάτοχοι μικρών καί μεσαίων έργοστασίων, πού δρούν, κατά πολλούς τρόπους, στόν τομέα τής προσφοράς υπηρεσιών καί πού, συχνά, σάν ειδικευμένα υποκαταστήματα καί βοηθη τικά εργοστάσια, έκτελοΰν παραγγελίες γιά μεγαλοεπιχειρηματίες στή βιομηχανία, στίς οικοδομές, στό έμπόριο καί στίς μεταφορές, σχηματίζουν, στή βάση κοινής ταξικής τοποθέτη σης, ένα έξαιρετικά άντιφατικό σύνολο. Οί κοινωνικές διαφο ροποιήσεις αύξάνονται όλο καί περισσότερο, κάτω άπ’ τήν πίεση τού μεγάλου κεφαλαίου, επίσης, ό άριθμός τών μελών πού άπαρτίζουν τή μικροαστική τάξη δείχνει τάση γιά μείωση. 38
Στά πλαίσια της κυρίαρχης πολιτιστικής έπιχείρησης των καπιταλιστικών χωρών, ή μικροαστική τάξη παίζει έξαιρετικά σημαντικό ρόλο. Παρά τή χαρακτηριστική καί σ’ αύτό τόν τομέα συγκέντρωση του κεφαλαίου σέ πολυεθνικές μεγαλοεπιχειρήσεις, μέ, εν μέρει, μικτή παραγωγική δομή (παράλληλα μέ τήν παραγωγή καί τή διακίνηση πνευματικοπολιτιστικών προϊόντων, παράγονται καί διάφορα βιομηχανικά προϊόντα), υπάρχει ακόμα στά έκδοτικά καί τά βιβλιοπωλεία, στή γαστρο νομία καί στά κέντρα διασκέδασης, στόν τουρισμό καί στόν τομέα τής βιομηχανίας μόδας ένας μεγάλος άριθμός άπό μι κρούς καί μεσαίους ιδιώτες έπιχειρηματίες, οί όποιοι, σάν έμποροι καί έπαγγελματίες, σάν έκθέτες, ιδιοκτήτες κινηματο γράφων, δισκοθηκών, μπουτίκ, κέντρων μπόουλιγκ, εμπορι κών καταστημάτων γιά έργα τέχνης καί ιδρυμάτων έλεύθεοου χρόνου τών πιό ποικίλων ειδών, ασκούν σημαντική επιρροή στόν τρόπο ζωής καί τήν πολιτιστική καθημερινότητα στις καπι ταλιστικές χώρες. Έςαιτίας τής δράσης τών μικρών καί μεσαίων επιχειρήσεων μέσα στ*/) γενική δομή του καπιταλιστικού πολιτισμού, 6 κυ ρίαρχος πολιτισμός τής σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας παίρνει πολλά μικροαστικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, χωρίς απ’ αύτό νά βγαίνει τό συμπέρασμα, ότι ή μικροαστική τάξη έχει ήδη συγκροτηθεί σάν δεσπόζουσα πολιτιστική εξουσία32. 11αρ’ όλο πού ή μικροαστική τάξη βρίσκεται κάτω άπό τή διαρκή πίεση τών γιγάντων τής καπιταλιστικής πολιτιστικής βιομηχανίας, ή ϊδια έχει ειδική συμμετοχή στή γενική έμποροποίηση τού πολιτισμού. Στή βάση τών κερδοσκοπικών μηχανι σμών, πού υπαγορεύονται άπό τό μονοπωλιακό κεφάλαιο, επι βάλλεται, έπίσης, καί μέ τή συμβολή τής μικροαστικής τάξης, τό δεσπόζον εκείνο πολιτιστικό κλίμα πού βοηθάει νά άναπαράγονται ολοένα οί ύπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις. Άπό τήν ά/ λη μεριά, δέν πρέπει νά παραβλέπεται, ότι ή μικροαστική τάςη, έξαιτίας τών τάσεων πόλωσης, άντικειμενικά, έχει ση μασία καί γιά τόν πολιτισμό πρός τό συμφέρον τού έργαζόμενου λαού. 'Ένας άπό τούς έγκυρους θεωρητικούς τής άντίληψης γιά τή «μεταβιομηχανική κοινωνία», ό Αμερικανός Ντάνιελ Μπελλ, στίς προγνώσεις του γιά τό «μέλλον τού δυτικού κό σμου», υποστηρίζει τήν άποψη, ότι ή τάξη τών έπιχειρηματιών στον τομέα τού πολιτισμού έχει κάνει πέρα, οτι ό άστικός πο/.ιτισμος έχει ςεφτίσει καί οτι οί εκπρόσωποι τής διανόησης, οι «ηγετικοί εγκέφαλοι τής άντι-κουλτούρας έχουν, τάχα, συγ κροτηθεί σε δεσπόζουσα πολιτιστική εξουσία33. Μιά παρόμοια 39
στή μετωπική της τοποθέτηση ενάντια στό δημοκρατικό πολι τιστικό κίνημα καί σαφέστερα διατυπωμένη άντίληψη έκπροσωπεΐ ό συντηρητικός-άντιδραστικός Δυτικογερμανός κοινω νιολόγος Χέλμουτ Σιέλσκυ. Σέ μιά από τίς τελευταίες δημο σιεύσεις του, άναπτύσσει τήν ιδέα τής «κυριαρχίας των δια νοουμένων», πού μέ τή βοήΟειά της, μέ τή μορφή των λεγάμε νων «μεσολαβητών αισθήσεων», άνέβηκε, τάχα, στήν έξουσία μιά «νέα κυρίαρχη τάξη»34. Στίς συλλήψεις τής «κυριαρχίας τής άντι-κουλτούρας» καί τής «ιεροκρατίας των διανοουμένων», συνδέονται στενότατα άναμεταξύ τους θεωρητικά άστήρικτες θέσεις καί άπολογητικό ιδεολογικό μέλημα. Μέ ύποκειμενικό-ίδεαλιστικό τρόπο, άνυψώνεται μιά άφηρημένη άπό τήν πραγματική ταξική κυριαρχία τού μονοπωλιακού κεφαλαίου πνευματική έξουσία σέ καθορι στική σχέση κυριαρχίας στή σημερινή καπιταλιστική κοινωνία. Έδώ, τό κύριο χτύπημα τής πολεμικής κατευθύνεται ένάντια στήν άντικειμενικά θεμελιωμένη συμμαχία άνάμεσα στήν έργατική τάξη καί τή διανόηση μέ τό νά δυσφημούνται στά μάτια τού έργαζόμενου λαού, οί ήγετικοί εκπρόσωποι τής άστικής διανόησης σάν δήθεν καινούργια τάξη πού εκμεταλλεύεται τίς άνάγκες γιά πληροφόρηση καί ελεύθερο χρόνο. Πραγματικά, ή ϋ·έση τής άστικής διανόησης απέναντι στον κυρίαρχο πολιτισμό τής καπιταλιστικής κοινωνίας έχει άλλάξει ούσιαστικά άπό άντικειμενικές αιτίες. 'Η γοργή άριθμητική αύξηση τής διανόησης είναι, χωρίς άμφιβολία, μιά άπό τίς σπουδαιότερες κοινωνικές καί ταξικές συνέπειες τής έπιστημονικοτεχνικής προόδου. Μέ τό πέρασμα των βιομηχανικά άναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών στήν κατ’ εξοχήν έντατικά διευρυμένη άναπαραγωγή, έχουν άλλάξει ποιοτικά καί οί άπαιτήσεις γιά τή δράση τής διανόησης. Αυτό δέν άφορά μόνο τούς ειδικούς τών φυσικών έπιστημών καί τούς τεχνικούς ή τό μηχανικό-τεχνικό προσωπικό τής οικονομίας. Οί αύξανόμενες άπαιτήσεις ποιότητας θέτουν, λ.χ., καί στή διανόηση πού άσχολεϊται μέ τήν έκπαίδευση μεγάλα καθήκοντα στούς τομείς τής γενικής, έπαγγελματικής καί ανώτατης μόρφωσης. Για τροί, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι, άρχιτέκτονες, διαμορφωτές περιβάλλοντος καί άλλες επαγγελματικές ομάδες έχουν έξελιχθεΐ σέ μαζικά έπαγγέλματα. Πολλοί άπ* αύτούς προσπαθούν νά άνταποκριθούν στούς άλλαγμένους ορούς τής αναπαραγω γής τής έργατικής δύναμης, μπροστά στίς ύψηλές ψυχικοφυσικές έπιβαρύνσεις, μέ άπασχολήσεις στούς τομείς τής υγειονομικής καί κοινωνικής περίθαλψης, τής ανάπαυσης καί 40
του άθλητισμοΰ, τής σωματικής καί πνευματικής ψυχαγωγίας. Ιδιαίτερη σημασία κατέχει έδώ τό τμήμα εκείνο τής άστικής διανόησης πού, με τά μέσα τής πολιτιστικής μαζικής ένημέρωσης, μέ τίς ραδιοφωνικές καί τηλεοπτικές έκπομπές, τίς συν τακτικές έπιτροπές έφημερίδων καί έκδοτικών ο’ίκο^ν, άσκεΐ έπιρροή πάνω στήν καθημερινή πολιτιστική ζωή καί στον αξιο λογικό προσανατολισμό εκατομμυρίων άνθρώπων. Οί άλλαγές στή θέση καί τή δράση τής άστικής διανόησης έχουν στόν καπιταλισμό διάφορες κοινωνικές επιδράσεις. 'Ένα μέρος τής διανόησης προωθείται πρός τό ανώτερο διευθυντικό στρώμα καί παίρνει ηγετικές θέσεις στήν οικονομία, τήν πολι τική καί τόν πολιτισμό. Γιά τήν πλειοψηφία τής διανόησης, όμως, οί άλλαγές συνδέονται μέ τήν τάση τής αυξανόμενης προλεταριοποίησης καί τής επίσης αυξανόμενης οικονομικής καί πολιτικής έξάρτησης. Σάν ένα είδος πνευματικοί ήμερομίσθιοι έργάτες, πολλοί άπ* αύτούς ασκούν, στά πλαίσια τής καπιταλιστικής άναπαραγωγής, κατώτερες «έκτελεστικές λει τουργίες» πρός τό συμφέρον του κεφαλαίου. Έ τσι, τό συχνά άποκαλούμενο καθεστώς τής «έλεύθερα αίωρούμενης πνευμα τικής έλίτ» άποδείχνεται όλο καί πιό καθαρά σάν αύταπάτη. 'Όμως, παρά τίς τάσεις προλεταριοποίησης καί των αυξανό μενων εξαρτήσεων, ό άστός διανοούμενος «δέν είναι προλετά ριος μέ τήν πλήρη σημασία τής λέξης, κατέχει άκόμα ορισμένα προνόμια, δέν έχει κόψει όλες τίς σχέσεις μέ τά παραδοσιακά γιά τόν ,,έλεύθερο“ διανοούμενο στερεότυπα καί έξακολουθει νά σκέφτεται στά πλαίσια των προηγούμενων καί σέ πολλά σημεία ήδη ξεπερασμένων κατηγοριών. Βρίσκεται, όπως λένε, στά σύνορα άνάμεσα σέ διαφορετικές κοινωνικές ομάδες... Ή διάσπαση του κοινωνικού Είναι τής μικροαστικής τάξης καθορίζει, έπίσης, καί τό έσωτερικό κατακομμάτιασμα καί τήν άντιφατικότητα τής κοινωνικής συνείδησής τη ς»35. ’Απ’ αύτή τήν έσωτερική άντιφατικότητα, προκύπτει καί ό αντικειμενικός λειτουργικός δεσμός πρός τό δεσπόζοντα πολι τισμό τής καπιταλιστικής κοινωνίας. Οί εκπρόσωποι τής άστι κής διανόησης δημιουργούν σήμερα ούσιαστικά άγαθά σ’ όλους εκείνους τούς τομείς τής κοινωνίας πού επηρεάζουν σταθερά τίς συνθήκες ζοάής τού εργαζόμενου λαού. ’Επειδή, όμως, δροΰν στά πλαίσια τού προκαταβολικά δοσμένου «περιβάλ λοντος» τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, ό πολιτιστικός πλούτος πού παράγεται άπ’ αύτούς ύπόκειται στούς νόμους τής ιδιωτικής καπιταλιστικής ιδιοποίησης. *Η διανόηση πού άσχολεΐται άμεσα στή διαδικασία τής παραγωγής έχει τίς λιγότερες 41
δυνατότητες ν’ αποφεύγει, αυτό τόν έξαναγκασμό. ’Αντίθετα μ’ αύτούς, ορισμένα τμήματα των λεγάμενων πνευματικών δη μιουργών έχουν συχνά μεγαλύτερο πεδίο δράσης. Αυτό φαίνεται, λ.χ.. στό ότι οι εκπρόσωποι τής διανόησης πού συμμετέχουν ενεργά στό δημοκρατικό πολιτιστικό κίνημα στρατολογούνται, κατά κύριο λόγο, άπό τούς τομείς τής γενικής παιδαγωγικής, τής ανώτατης παιδείας, τών μαζικών μέσο^ν ένημέρωσης καί τών καλών τεχνών. Αλλά καί γι’ αύτά τά τμήματα τής άστικής διανόησης, χαρακτηριστική είναι ή άντικειμενικά θεμελιωμένη εσωτερική άντιφατικότητα καί ή υποκειμενικά ταλαντευόμενη στάση. 'Η συγγένεια άνάμεσα σ’ αύτό πού ό Μπέλλ καί άλλοι άστοί ίδεολόγοι χαρακτηρίζουν σάν «κυριαρχία τής άντι-κουλτούρας» καί τίς πραγματικές κυρίαρχες σχέσεις στόν πολιτι σμό τού ιμπεριαλισμού προκύπτει, έκτος τών άλλων, καί άπό τόν ανεπαρκή προσανατολισμό πολλών αστών διανοουμένων στίς βασικές έναλλαχτικές ταξικές δυνάμεις τής καπιταλιστικής κοινωνίας. ’Αναρχικές δραστηριότητες καί ψευτοεπαναστατικές χειρονομίες δέν μ,ποροΰν νά άντικαταστήσουν τήν έπιστημονικά θεμελιωμένη στρατηγική καί τακτική. Ή δυνατότητα τής ολοκλήρωσης στή δεσπόζουσα πολιτιστική έπιχείρηση άκολουθεΐ. τίς περισσότερες φορές, κατά πόδας. "Ο,τι υποκειμενικά είχε συλληφθεΐ σάν διαμαρτυρία καί, πότε-πότε, περιείχε καί άντικαπιταλιστικά στοιχεία, ύπόκειται συχνά, κάτω άπό τήν κυριαρχία του μονοπωλιακού κεφαλαίου, στό μηχανισμό τής άξιοποίησης τού κεφαλαίου καί λειτουργεί άντικειμενικά σάν μέσο τής πνευματικής-πολιτιστικής καταπίεσης τού έργαζόμενου λαού.
Τό αυθόρμητο καί ή κρατικό μονοπωλιακή ρύθμιση — γιά τό μηχανισμό της ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας Δίπλα στό ζήτημα, ποιές ταξικές δυνάμεις καί παράγοντες εξουσίας είναι φορείς τής πολιτιστικής κυριαρχίας τού μονο πωλιακού κεφαλαίου καί άσκοΰν αύτή τήν κυριαρχία, σημαντικό ρόλο παίζει καί τό πρόβλημα, μέ ποιό τρόπο επιβάλλονται τά πολιτιστικά συμφέροντα τών κυρίαρχων τάξεων. Κάτω άπό τίς σημερινές συνθήκες ύπαρξης τού ιμπεριαλισμού, ή κρατικομονοπωλιακή ρύθμιση τού πολιτισμού γίνεται πρωταρχικός παράγοντας. ’Ενώ στήν περίοδο τών προμονοπωλιακών φάσεων τού καπιταλισμού, δταν οί σχέσεις άνάμεσα στόν πολιτισμό καί 42
τήν κοινωνία μετρουνταν μέ βάση τήν έπιδίωξη του κέρδους καί μέ τό κοινωνικό κλίμα πού διαμορφωνόταν απ’ αυτή τήν έπιδίωξη, ό κυρίαρχος άστικός πολιτισμός έξέφραζε, λίγο-πολύ. αυθόρμητα τά ταξικά συμφέροντα της άστικής τάξης, σήμερα, ή κατάσταση έχει άλλάξει ούσιαστικά. Μέ βάση τήν ένωση της δύναμης των μονοπωλίων καί τή δύναμη τού κράτους, δημιουργήθηκαν απ’ τόν κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό ρυθμιστι κοί μηχανισμοί, πού, σέ στενή άλληλεπίδραση των πολιτικών, οικονομικών καί ιδεολογικών παραγόντων, έξασφαλίζουν τή σύνδεση άνάμεσα στόν κυρίαρχο πολιτισμό καί τήν ταξική κυ ριαρχία του μονοπωλιακού κεφαλαίου. *Η κρατικό μονοπωλιακή ρύθμιση έχει τήν πηγή της στόν οικονομικό τομέα, στήν τάση τής «προγραμματισμένης άπόκτησης κέρδους», πού συνδέεται μέ τίς διαδικασίες τής αύξανόμενης συγκέντρωσης τού κεφαλαίου. Είναι έκφραση τής έπιδίωξης τής μονοπωλιακής άστικής τάξης νά εναρμονίσει τήν άξιοποίηση τού κεφαλαίου μέ τό επίπεδο τής κοινωνικοποίησης τής παραγωγής πού έχει επιτευχθεί, γιά νά έξασφαλίσει ορι σμένα περιθώρια ανάπτυξης τών παραγωγικών δυνάμεων, μέσα στά όρια τών καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Τό πιό άξιόλογο γνώρισμα τής κρατικομονοπωλιακής ρύθμισης τών πολιτιστικών διαδικασιών συνίσταται, χωρίς άμφιβολία, στόν αύξανόμενο ρόλο τού ιμπεριαλιστικού κράτους γιά τήν όργάνωση καί διάρθρωση τών συνθηκών αξιοποίησης τού κεφαλαίου καί τών συνθηκών ζωής τών μεροκαματιάρηδων. Μπροστά στίς νέες συνθήκες ύπαρξης τού ιμπεριαλισμού, στήν οξυνση τών εσωτερικών του αντιθέσεων, στίς αύξανόμενες απαιτήσεις πρός τή συσσωρευτική δύναμη του κεφαλαίου καί στήν αύξανόμενη πολυπλοκότητα τής εργασίας, προκύπτει, όλο καί περισσότερο, ή άνάγκη τών ρυθμιστικών προσπαθειών τού ιμπεριαλιστικού κράτους καί στόν πολιτιστικό τομέα, δίπλα στούς αύθόρμητους μηχανισμούς στή βάση τής καπιταλιστικής κυριαρχίας. Λυτό εκφράζεται στήν αύξανόμενη αρμοδιότητα τού κράτους στόν πολιτιστικό τομέα, στή σύνδεση τών κρατικών ιδρυμάτων μέ συνδέσμους συμφερόντων τών μονοπωλίων, στή συντονισμένη επιβολή τών ρυθμιστικών μέτρων στόν πολιτιστικό τομέα από τούς έκπροσώπους τών μονοπωλίων, τού κράτους καί τών άφοσιωμένων στό σύστημα κομμάτων. 'Η κοατικομονοπωλιακή ρύθμιση τών πολιτιστικών διαδικα σιών, πού προκύπτει άπό τήν οξυνση τών βασικών αντιθέσεων τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, άποτελεϊ ένα, άπό κάθε άποψη, άντιφατικό φαινόμενο. Ούτε τήν καπιταλιστική 43
έπιδίωξη του κέρδους, ούτε τήν άναρχία καί τό αυθόρμητο τής ύλικής καί πνευματικής παραγωγής, πού προκύπτει, απ’ αύτή τήν επιδίωξη εξαλείφει,. ’Έτσι, ή κρατικομονοπωλιακή ρύθμιση αναπαράγει,, καί άπό πολιτιστική άποψη, τήν αντι φατική σχέση άνάμεσα στό γενικό καί τό άτομικό μονοπωλιακό καπιταλιστικό συμφέρον σέ άνώτερη βαθ-μίδα. Άπό τή μιά μεριά, τό μονοπωλιακό κεφάλαιο δέν μπορεί, άπό άντικειμενικούς λόγους, νά άγνοήσει τό σχεδίασμά καί τή διεύθυνση τής άναπαραγωγής. Άπό τήν άλλη, ή άτομική ιδιοκτησία στά μέσα παραγωγής άποκλείει κάθε εκτεταμένη παγκοινωνική ρύθμιση. ’Έτσι, μέ τή βοήθεια των οικονομικών νόμων τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, πού δρουν αύθόρμητα, καταργοΰνται κάθε τόσο ρυθμιστικά μέτρα καί στόν πολιτιστικό τομέα. Αύτό φαίνεται, λ.χ., στήν άντίφαση πού υπάρχει άνά μεσα στά μεταρρυθμιστικά σχέδια των άφοσιωμένων στό κα θεστώς κομμάτων καί στήν πολιτιστική πραγματικότητα τού καπιταλισμού. Στό παράδειγμα τής καπιταλιστικής πολιτιστικής βιομηχα νίας καί τού παραγόμενου άπ* αύτή τή βιομηχανία μαζικού ιμπεριαλιστικού πολιτισμού, φανερώνεται μέ ιδιαίτερη σαφή νεια, ή διαλεκτική άνάμεσα στό αυθόρμητο καί τήν κρατικομονοπωλιακή ρύθμιση. Παρ’ όλο πού οί διάφορες μεγάλες επι χειρήσεις τής καπιταλιστικής πολιτιστικής βιομηχανίας χρη σιμοποιούν ολόκληρο σύμπλεγμα μέτρων σχεδιασμοΰ καί ρύθμι σης (έρευνες σχετικά μέ τούς θεατές καί τίς άνάγκες τους, δη μοσκοπήσεις γιά τίς άνάγκες του πληθυσμού, γιά τόν καταμερι σμό τού χρόνου, γιά τίς συνήθειες ζωής κλπ.), άποφασιστικό ρόλο γιά τήν παραγωγή καί τήν επιβολή των δεσποζούσων πο λιτιστικών κατευθύνσεων καί τάσεων τών άστικών πολιτιστι κών επιχειρήσεων παίζει ή καπιταλιστική έμπορική άγορά, μέ τήν άμοιβαία της σχέση προσφοράς καί ζήτησης. Αλλά καί άναφορικά μέ τούς πνευματικούς παραγωγούς καί τούς κατα ναλωτές τού δεσπόζοντος μαζικού ιμπεριαλιστικού πολιτισμού, ή σχέση άνάμεσα στό αύθόρμητο καί τήν κρατικομονοπωλιακή ρύθμ,ιση επιδρά κατά πολλούς τρόπους. Παρά τήν ύπαρξη ένός μεγάλου άριθμοΰ οικονομικών καί πολιτικών έξαρτήσεων, ή πλειοψηφία τής διανόησης, πού δημιουργεί πολιτιστικά άγαθά, παράγει στηριζόμενη στήν άστική ιδεολογία καί κοσμοθεωρία, δηλαδή, στή βάση ένός άναποδογυρίσματος τής πραγματικότη τας στήν κοινωνική συνείδηση, πού πηγάζει άπό τήν καπιταλι στική κυριαρχία. Πολλοί βλέπουν στίς ιδεολογικές αύταπάτες γιά έλευθερία, δημοκρατία, άνθρωπισμό, άλληλεγγύη καί πλου 44
ραλισμό μ,ιά αντίστοιχη άντανάκλαση των πραγματικών συν θηκών ζωής καί χρησιμοποιούν αύτές τίς αύταπάτες σάν βάση τής πολιτιστικής τους παραγωγής. ’Αλλά καί ή μεγάλη πλειοψηφία τών καταναλωτών του μαζικού ιμπεριαλιστικού πολιτι σμού παίρνει τήν πλαστή πραγματικότητα, πού άναπαράγεται διαρκώς άπό τήν πολιτιστική βιομηχανία, σάν πραγματικότητα, ενώ, ταυτόχρονα, οί καθημερινές έμπειρίες, μέ τίς έχθρικές πρός τον πολιτισμό επιδράσεις τής καπιταλιστικής κυριαρχίας, όχι μόνο κάνουν δυνατές τίς αύθόρμητες άντιτιθέμενες θέσεις, άλλά, καί τίς δημιουργούν πραγματικά. Ό μηχανισμός τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας στον ιμπεριαλισμό στηρίζεται ουσιαστικά πάνω στή χαρακτηριστική γιά τή δεσπόζουσα πολιτιστική έπιχείρηση συνάφεια ανάμεσα στήν πραγματοποίηση κέρδους καί τήν ιδεολογική έξασφάλιση τού ύπάρχοντος καπιταλιστικού κοινωνικού συστήματος. Σ’ αύτή τή διπλή λειτουργία, έπιδρά κοινωνικά ό μαζικός ιμπερια λιστικός πολιτισμός, ενώ, ταυτόχρονα, παίζουν ρόλο καί σ’ αύτή τήν περίπτωση αύθόρμήτοι καί κρατικομονοπωλιακά ρυθμιζόμενοι παράγοντες. Ή δεσπόζουσα κουλτούρα τού ιμπεριαλισμού, στίς βασικές λειτουργίες της, στοχεύει στή μετάδοση τών κυρίαρχων γνώσε^ον καί τρόπων συμπεριφοράς, στό πνεύμα τής διατήρησης καί σταθεροποίησης τού καπιταλιστικού κοινωνικού συστήμα τος, όπως καί στήν παραπλάνηση τής σκέψης, τού αισθήματος καί τής δράσης τών έργαζομένων. Ά π ’ αύτή τήν άποψη, ό Ιμπεριαλιστικός πολιτισμός είναι στήν ουσία τον πολιτισμός κυριαρχίας. Σήμερα, ή σημασία τού ιμπεριαλιστικού πολιτι σμού γιά τήν πνευματική παραπλάνηση τών λαϊκών μαζών έχει αύξηθεΐ άκόμη περισσότερο36. 'Η τεράστια ποσοτική διεύρυνση τών τεχνικών δυνατοτήτων καί ψυχολογικών μεθό δων τού ιμπεριαλιστικού έπηρεασμοΰ τών μαζών, ή επέκταση τής παραπλάνησης σ’ όλες τίς σφαίρες τής κοινωνικής ζωής έχουν σάν συνέπεια, ώστε όλο καί πιό πολλοί ύλικοί καί ιδεατοί πολιτιστικοί παράγοντες νά έπιδροΰν μέ τρόπο ολοκληρωτικό. Ό ιδεολογικός καί ψυχολογικός ταξικός άγώνας τής μονοπω λιακής αστικής τάξης ένάντια στίς λαϊκές μάζες, ενάντια στήν εργατική τάξη καί τό μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα της δείχνει, ότι ή πνευματικοπολιτιστική παραπλάνηση τών λαϊκών μαζών, πού διεξάγεται μέ επιστημονικές μεθόδους, έχει γίνει άπαραίτητος όρος τής κρατικομονοπωλιακής άσκησης τής έξουσίας. Στήν πνευματική παραπλάνηση τών λαϊκών μαζών, ό πολιτι σμός παίρνει κεντρική θέση, γιατί θίγει, κατά άμεσο τρόπο, 45
τίς συνθήκες καί τόν τρόπο ζωής των λαϊκών μαζών. ’Αρχίζον τας άπό τις συνθήκες ιουλίας καί κατοικίας, περνώντας άπό τήν προσφορά τών μέσων μαζικής ενημέρωσης καί φτάνοντας ώς τήν παιδεία καί τις καλές τέχνες, ή κυριαρχία του κεφαλαίου επηρεάζει τή διαμόρφωση κοσμοθεωριών, άξιολογικών παραστάσεουν, πολιτικοϊδεολογικών άντιλήψεο^ν καί τρόπων συμπεριφοράς τής καθημερινής ζωής. 'Η λειτουργία τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας γιά τήν πνευματική παραπλάνηση τών λαϊκών μαζών δέν θά μπορούσε νά έρμηνευτεΐ βάσιμα, χωρίς νά εξεταστούν οι πραγματικές πο?.ιτιστικές ανάγκες, πού προκύπτουν, κυρίως, άπό τίς μετα μορφωμένες συνθήκες αναπαραγωγής τής εργατικής δύναμης. 'Η κυρίαρχη πολιτιστική άστική επιχείρηση συνδέεται ποικιλότροπα μέ τίς άνάγκες πλατιών στρωμάτων του πληθυσμού γιά άναψυχή, ανάπαυση, πληροφόρηση, μόρφωση, ψυχαγωγία καί κοινωνικότητα, ικανοποιεί, όμως, τίς άνάγκες αύτές στά πλαίσια τού καπιταλιστικού κερδοσκοπικού συστήματος καί άνάλογα μέ τά κυριαρχικά συμφέροντα τού μονοπωλιακού κεφα λαίου. 'Όσο καιρό οί έργαζόμενοι δέν παίρνουν οί ’ίδιοι μέρος στούς αγώνες ενάντια στό μονοπωλιακό κεφάλαιο, ή μέθοδος αύτή τής ικανοποίησης τών αναγκών οδηγεί στή μονοπλευρο ποίηση καί παραμόρφωση τών πολιτιστικών άναγκών, σέ δυσαναλογίες κατά τή διαμόρφωσή τους, στήν κατάπνιξη τών στοιχείων πού στρέφονται ενάντια στό σύστημα τής κυρίαρχης πολιτιστικής επιχείρησης, καθώς καί στή διαμόρφο^ση καί ικανοποίηση χειριζόμενων πολιτιστικών άναγκών. Σημαντικοί παράγοντες επίδρασης τού κυρίαρχου ιμπεριαλι στικού πολιτισμού προκύπτουν άπό τίς δυνατότητες τού αίσθησιακού-όπτικού τρόπου επίδρασης τών πολιτιστικώνκαλλιτεχνικών φαινομένου, πού διεγείρουν τή φαντασία καί τά συναισθήματα. Αύτές οί μορφές εξυπηρετούν τούς παραπλανη τικούς στόχους, κυρίως, μέ τό νά ντύνουν τήν ιδεολογική τους πρόθεση μέ καλλιτεχνικό-αίσθητικό μανδύα καί νά προσπαθούν νά συγκινοΰν, κατά κάποιο τρόπο, ολόκληρο τόν άνθρωπο. 'Η πλειοψηφία τών προϊόντων τής μαζικής τέχνης στόν ιμπερια λισμό επηρεάζει τή συνείδηση καί τό υποσυνείδητο, τίς ατομι κές έμπειρίες, τίς κλίσεις καί τά συναισθήματα καί προκαλεΐ αντιδράσεις, σχήματα σκέψης καί τρόπους συμπεριφοράς πού συμφίονοΰν μέ τό κυρίαρχο σύστημα καί πού, μέ τή σειρά τους, συνταυτίζονται μέ τόν πολιτισμό καί τόν τρόπο ζωής τής ύπάρχουσας κοινωνίας. 'Η χρησιμοποίηση τών πολιτιστικών-καλλιτεχνικών παρα 46
γόντων γιά τήν παραπλάνηση των λαϊκών μαζών μιλάει γιά τό χαρακτήρα παρακμής του κυρίαρχου ιμπεριαλιστικού πολιτι σμού. Αυτή ή διαδικασία τής παραμόρφωσης τής προσωπικό τητας άφήνει βαθιά ’ίχνη σ’ ολόκληρο τό πολιτιστικό περιβάλ λον τής καπιταλιστικής κοινωνίας. ’Έχει σάν συνέπεια ότι ένισχύεται άκόμα πιο πολύ ή συνάρτηση άνάμεσα στόν κυρίαρχο πο λιτισμό καί τούς βασικούς ταξικούς σκοπούς τής κρατικομονοπωλιακής κυριαρχίας καί ότι αυξάνουν τά άντιουμανιστικά χαρακτηριστικά τού πνευματικού πολιτισμού τού ιμπεριαλι σμού. 'Η διαδικασία αύτή προχωρεί, βέβαια, όχι ενιαία καί είναι γεμάτη από αντιφάσεις. Ούτε ό μηχανισμός παραπλάνησης, μέ τίς πολιτικές καί κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις, στις οποίες βασίζεται, ούτε τό σύστημα τού δεσπόζοντος πολιτισμού τού σύγχρονου ιμπεριαλισμού αποτελούν ένα ομοιογενές σύνολο. ’Ενώ οί σκοποί παραμένουν οί ίδιοι, υπάρχουν πολλές διακρί σεις καί διαφορές άνάμεσα στίς κυρίαρχες ομάδες τής μονο πωλιακής άστικής τάξης. Σημασία έχει καί τό γεγονός, ότι, σέ τελευταία άνάλυση, οί ταξικοί πολιτιστικοί σκοποί τού μονοπωλιακού κεφαλαίου έπιβάλλονται σάν άποτέλεσμα ένός μεγάλου άριθμοΰ διασταυρωνόμενων ατομικών δραστηριοτήτων καί ύπόκεινται σέ πολλαπλές τροποποιήσεις, πού προέρχονται από ατομικές ιδιομορφίες καί υποκειμενικές προθέσεις τών πνευματικών παραγωγών καί εκπροσώπων τού δεσπόζοντος ιμπεριαλιστικού πολιτισμού. Γενικά, μπορούμε νά πούμε, ότι ή παραπλανητική λειτουρ γία τού δεσπόζοντος πολιτιστικού συστήματος δρά πρός όνο κατενϋννσεις: άπό τή μιά, πρός τήν παραπλάνηση, μέ στόχο τή διαμόρφωση άντι-θέσεων απέναντι στήν ίστορικοπολιτιστική εναλλαγή τού σοσιαλισμού καί τίς δυνάμεις τών καπιταλιστικών χωρών, πού άγωνίζονται νά επιβάλουν αύτή τήν έναλλαγή καί, άπό τήν άλλη, πρός τήν παραπλάνηση, μέ στόχο τή διαμόρφωση θέσεο:>ν-ύπέρ, γιά τή δικαιολόγηση καί τήν ενεργητική ύπεράσπιση τής ιστορικά ξεπερασμένης καπιταλιστικής κοινωνίας. Ό βασικός άντικομμουνιστικός χαρακτήρας τής ταξικής ιμπε ριαλιστικής κυριαρχίας εκδηλώνεται μέ τή συκοφάντηση τού σοσιαλισμού σάν δήθεν κινδύνου γιά τή «φιλελεύθερη κουλτούρα τής Δύσης» καί, άκόμα, μέ τή δυσφήμηση τών επιτευγμάτων τής σοσιαλιστικής πολιτιστικής επανάστασης. Ταυτόχρονα, οί κυρίαρχοι ιμπεριαλιστικοί κύκλοι προσπαθούν νά άντιμετωπίσουν τή σοσιαλιστική πρόκληση μέ εντατικότερη δράση γιά πνευματική-πολιτιστική «διείσδυση» στίς σοσιαλιστικές χώρες 47
καί νά αποξενώσουν τό δημοκρατικό καί σοσιαλιστικό πολιτιστι κό κίνημα των καπιταλιστικών χωρών από τόν υπαρκτό σο σιαλισμό. "Οταν πρόκειται νά δικαιολογήσει καί νά ύπερασπισθεΐ τό ύφιστάμενο καπιταλιστικό σύστημα καί νά επιστρατεύσει δε τική γι’ αύτό τοποθέτηση στή σκέψη καί τή δράση τού πληθυ σμού, ή κουλτούρα στά χέρια τού μονοπωλιακού κεφαλαίου είναι ένα αναντικατάστατο μέσο πνευματικής παραπλάνησης. Πα ραπλανητικά επιδρά σήμερα τό σύστημα τού δεσπόζοντος πνευματικού πολιτισμού, ιδιαίτερα, μέ στοιχεία, όπίυς ή προβολή τού δήθεν πλουραλιστικού χαρακτήρα του, ό τονισμός τής φαινομενικά κριτικής στάσης του καί τού ύποτιθέμενου δημο κρατικού περιεχομένου του. ’Αλλά, ακόμα καί σημαντικοί το μείς τών ύλικών καί πολιτιστικών συνθηκών ζωής στό σύγχρο• νο καπιταλισμό, χάρη στό ιστορικά έπιτευγμένο έπίπεδο τής παραγωγικότητας τής κοινωνικής έργασίας καί μπροστά στό γενικό έπίπεδο τών άναγκών, έπιδρούν, έπίσης, κατά πολλούς τρόπους, παραπλανητικά. Οί βελτιώσεις τών πολιτιστικών συν θηκών ζωής, πού κατακτήθηκαν μέ τόν ταξικό αγώνα, ή δια μόρφωση τού περιβάλλοντος καί τής στέγασης, τής πολεοδο μίας καί τής συγκοινωνίας, τής άνάπαυσης καί τής οργάνωσης τού έλεύθερου χρόνου χρησιμοποιούνται από τήν κρατικομονοπωλιακή βιομηχανία «κατασκευής» τής κοινής γνώμης, μέ στόχο νά διαμορφώσει τή συνείδηση τής συνταύτισης, τής έγκρισης τού ύφιστάμενου καθεστώτος, τό αίσθημα τής εύημερίας, τής άσφάλειας καί τής σιγουριάς κλπ., κι δλα αύτά, μέ σκοπό τήν παραπλάνηση τών μαζών, κρύβοντας τά βασικά κοινωνικά έλαττώματα τού καπιταλισμού. ’Αντίθετα, τά χτυ πητά σημάδια τής πολιτιστικής κρίσης τού ιμπεριαλισμού καί ή εχθρική πρός τόν άνθρωπο ταξική καπιταλιστική κυριαρχία άποχμυρίζονται από τίς πραγματικές κοινωνικές αιτίες καί φορτώνονται στήν έπιστημονικοτεχνική πρόοδο. Γενικά, αποδείχνεται, ότι ανάμεσα στήν παραπλάνηση καί στόν πολιτισμό ύπάρχουν πολλαπλές άμοιβαΐες σχέσεις. ’Έτσι οπο^ς 6 κυρίαρχος ιμπεριαλιστικός πολιτισμός, μέ τίς ίδιάζουσες δυνατότητές του, έξυπηρετεΐ τήν παραπλάνηση, μέ τήν πλατιά πολιτική καί ιδεολογική της έννοια, έτσι καί ολόκληρο τό σύστημα παραπλάνησης συμβάλλει αποφασιστικά στό νά εξασφαλίζεται ή ταξική πολιτιστική κυριαρχία τής μονοπωλια κής άστικής τάξης. Σ’ αύτό τό πνεύμα, οί μορφές εμφάνισης τού δεσπόζοντος ιμπεριαλιστικού πολιτισμού είναι όργανό, καθώς καί έκφραση καί άποτέλεσμα τής παραπλάνησης. 48
Τάσεις τής δεσπόζουσας πολιτιστικής πολιτικής στην ΟΔΓ Στίς δεσπόζουσες πολιτιστικοπολιτικές συλλήψεις της ΟΔΓ, αντανακλώνται καθαρά οί άλλαγμένες συνθήκες ύπαρξης τού ιμπεριαλισμού στή δεκαετία τού 1970. Αύτό άφορά, κυρίως, τό βάθεμα τής γενικής κρίσης τού καπιταλισμού, ιδιαίτερα, τή σύμπλεξή της μέ τήν κυκλική οικονομική κρίση, καί άναφέρεται στήν πόλωση καί τήν όξυμένη πάλη των άντιτιθέμενων ταξικών δυνάμεων καί ομάδων. Μετά τήν άποτυχία τού προγράμματος τής πολιτιστικής πο λιτικής τής Χριστιανο-δημοκρατικής καί τής Χριστιανο-κοινωνικής 'Ένωσης, ή μονοπωλιακή άστική τάξη αντιμετώ πιζε, στά τέλη τής δεκαετίας τού ’60 — αρχές τής δεκαετίας τού ’70, τό πρόβλημα τής προσαρμογής τού προγράμματος της στίς άπαιτήσεις τού νέου συσχετισμού τών δυνάμεων καί τού περάσματος, στίς αρχές τής δεκαετίας του 1970, σε νέα Οεμελίωση τής Ιμπεριαλιστικής πολιτιστικής πολιτικής. Μέ τό σχηματισμό τής κυβέρνησης συνασπισμού άπό τό Σοσιαλδημο κρατικό Κόμμα καί τό Κόμμα τών ’Ελεύθερων Δημοκρατών, οί σοσιαλρεφορμιστικές άντιλήψεις τής δεξιάς σοσιαλδημοκρα τικής ηγεσίας άπέκτησαν, καί στόν πολιτιστικό τομέα, ισχυρή έπιρροή. Οί πολιτικές δυνάμεις πού ήταν τώρα φορείς τής κυβερνητικής έξουσίας μπορούσαν νά στηριχτούν σέ μιά μα κρόχρονη ρεφορμιστική παραδοσιακή γραμμή. Μέ τή θεωρία τής «δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης», μέ τά συνέδρια αύτοματοποίησης τών βιομηχανικών συνδικάτων μετάλλου μέσα στή δεκαετία τού *50 καί μέ τά εκλογικά προγράμματα τού Σο σιαλδημοκρατικού Κόμματος στή δεκαετία τού ’60, ή σοσιαλ δημοκρατική ήγεσία είχε προετοιμαστεί μακροπρόθεσμα γιά νά προσανατολίσει τήν πολιτιστική πολιτική στό σύνολο τών συνθηκών ζωής καί νά καταπιαστεί μέ τά πολιτιστικά ζητή ματα, πού βρίσκονταν ιστορικά στήν ήμερήσια διάταξη, μέ τρό πο ρεφορμιστικό, δηλαδή, στά πλαίσια τού δοσμένου καπιταλι στικού οικονομικού συστήματος. 'Η πολιτιστική-πολιτική σύλ ληψη πού ύποστηρίζονταν στίς αρχές τής δεκαετίας τού ’70 ξεκινούσε τόσο άπό έσωπολιτικούς υπολογισμούς, οσο καί άπό ύπολογισμούς πού υπαγόρευε 6 άγώνας ενάντια στόν ύπαρκτό σοσιαλισμό: «Τήν έννοια κουλτούρα τήν άντιλαμβανόμαστε πλατύτερα άπ’ ο,τι συνηθιζόταν ως τώρα. Πρέπει νά σπάσουμε τά ίσχύοντα ως τώρα αίσθητικά-άκαδημαϊκά πλαίσια καί νά επεκτείνουμε τήν πολιτιστική δουλιά σ’ ολους τούς τομείς τής 4
2 4 0 1 -3 0
49
διεθνούς καί της κοινωνικής συνεργασίας. Ή κουλτούρα δέν είναι πιά προνόμιο των λίγων, είναι προσφορά γιά δλους. Δέν μάς επιτρέπεται, άπό εύλάβεια μπροστά στό Ντύρερ, τό Μπάχ καί τόν Μπετόβεν, νά καθόμαστε μέ τά χέρια σταυρωμένα. Πρέ πει νά δείξουμε ενδιαφέρον γιά τά σημερινά φλέγοντα ζη τήματα, όπως ή έπιμόρφωση ενηλίκων, ή μορφωτική βοή θεια, ή σχολική μεταρρύθμιση, τά προβλήματα του περι βάλλοντος»37. Μέ τό νέο αυτό πρόγραμμα πολιτιστικής πολιτικής, προσ διοριζόταν μέ άκρίβεια τό πλάτος τού άγωνιστικου πεδίου τής πολιτιστικής πολιτικής καί ό παραλήπτης της. Σέ συνδυασμό μέ τά συνθήματα γιά «έκδημοκρατισμό τής κουλτούρας», γιά «βελτίο^ση τής ποιότητας τής ζωής» καί γιά «άνθρωπιστική διαμόρφωση του κόσμου τής έργασίας», πού προπαγανδίζον ταν ταυτόχρονα, καταβλήθηκε προσπάθεια νά ληφθουν υπόψη οί απαιτήσεις τής διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου καί, ταυτόχρονα, νά προσεχτούν καί οί πολιτιστικές άνάγκες των έργαζομένων. Γι’ αύτό, μαρτυράνε, μέ ιδιαίτερη σαφήνεια, οί κυβερνητικές δηλώσεις τής 18 τού Γενάρη 1973. Στις δηλώ σεις αύτές, όλες οί σκέψεις έχουν σάν κέντρο τήν έννοια τής «ποιότητας τής ζοοής». ‘'Ηδη, στό εκλογικό πρόγραμμα τού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος τού 1972, τονιζόταν: «IIολό τητα τής ζωής είναι κάτι παραπάνω άπό ένα υψηλότερο βιοτικό έπίπεδο. Προϋποθέτει έλευθερία, ακόμα καί ελευθερία άπό άγχος. Ποιότητα ζωής είναι ή σιγουριά μέσον τής ανθρώπινης άλληλεγγύης, ή δυνατότητα γιά αύτοδιάθεση καί αύτοπραγμάτωση, γιά συναπόφαση καί συνυπευθυνότητα, γιά λογική χρή ση των άτομικών δυνάμεων στή δουλιά, γιά παιχνίδι καί συμ βίωση, γιά συμμετοχή στή φύση καί στις πολιτιστικές άςίετ ή δυνατότητα νά παραμένει κανείς γερός ή νά θεραπεύεται. Ποιότητα ζωής σημαίνει πλουτισμό τής ζωής μας πέρα άπό τήν κατανάλωση υλικών άγαθών»38. Ξεκινώντας άπ* αύτό, οί κυβερνητικές δηλώσεις τού 1973 προσανατόλισαν τήν πολιτική των μεταρρυθμίσεων στούς το μείς τής προστασίας τού περιβάλλοντος, τής χωροταξίας, τής ανάπτυξης τής πολεοδομίας καί τής κυκλοφορίας, τής βελτίο.»σης των συνθηκών δουλιάς καί ζωής τών δυνατοτήτων ελεύ θερου χρόνου καί αναψυχής, δπως καί στά ζητήματα τής μόρφωσης, τής έπιστήμης καί τών καλών τεχνών. Γιά προ'ίτη καί μοναδική ως τώρα φορά στην ιστορία τής ΟΔΓ, συμπεριλήφθηκε σέ κυβερνητικές δηλώσεις ένα ξεχωριστό καί κάπως εκτεταμένο τμήμα γιά ζητήματα τής πολιτιστικής καί καλλι 50
τεχνικής πολιτικής, στή στενή της σημασία, τμήμα στό όποιο, δίπλα στήν έθνικιστική άποψη γιά δήθεν «ένότητα τής γερμα νικής κουλτούρας», τονιζόταν ή πολιτική άναγκαιότητα των καλών τεχνών. "Ηδη, στίς αρχές τής δεκαετίας του 1970, πο λιτικοί, όπως ό Χάινεμαν, ό Μπράντ, καί ό Σέλ έκμεταλλεύτηκαν ιστορικές έπετείους, συζητήσεις τής Βουλής καί έκδηλοόσεις συγγραφέων καί καλλιτεχνών τής ΟΔΓ, γιά νά επικα λεστούν τήν ιστορία μιας «χιλιόχρονης γερμανικής κουλτούρας» καί νά άπαιτήσουν άπό τούς καλλιτέχνες νά ταχθούν στό πλευρό τής μεταρρυθμιστικής πολιτικής καί νά δηλώσουν πίστη στήν ύπάρχουσα κοινωνία. Ό πρόεδρος τής ‘Ομοσπονδιακής Δη μοκρατίας τής Γερμανίας, Βάλτερ Σέλ, άπευθυνόμενος τό 1974 στούς συγγραφείς, έλεγε: «Συμφωνούν μέ τό Σύνταγμά μας οί άλλαγές πού έπιθυμεΐτε καί πού παλεύετε σάν ομάδα ή ό καθένας άτομικά νά πραγματοποιηθούν; Είναι καθήκον μου, πού πηγάζει άπό τό άξίωμά μου, νά άπευθύνω σέ σάς τούς συγ γραφείς αύτό τό δύσκολο καί άποφασιστικό ερώτημα, καί δέν θά ήμουν ειλικρινής, αν δέν σάς συνιστοΰσα νά τό άπαντήσετε στόν εαυτό σας καθαρά οί ίδ ιο ι!»39. Πίσω άπό τήν πολιτιστική άντίληψη πού κυριαρχούσε στήν ΟΔΓ στίς άρχές τής δεκαετίας τού ’70 καί είχε στό κέντρο της, πρίν απ’ όλα, τόν όρο τής «ποιότητας τής ζωής», κρύβον ταν, στήν ούσία, τρεις στενά άλληλοσυνδεόμενες άπόψεις. *Η πρώτη άποψη άφοροΰσε τή θεωρητική καί πρακτική άντίδραση στίς άπό τή δεκαετία τού ’60 άκόμα αύξανόμενες άπαιτήσεις τών έργαζομένων τής ΟΔΓ καί άλλων καπιταλιστικών χωρών νά προωθήσουν τόν εκδημοκρατισμό στόν πολιτιστικό τομέα καί νά διαμορφώσουν τό σύνολο τών βιοτικών συνθηκών ανά λογα μέ τά συμφέροντα τού εργαζόμενου πληθυσμού. Γι* αύτό, δέν ήταν τυχαίο καί τό ότι τό συνδικαλιστικό κίνημα άρχισε νά καταπιάνεται εντατικότερα μέ ζητήματα τής «άνθρωπιστικής διαμόρφωσης τού κόσμου τής έργασίας». 'Η δεύτερη άποψη τής φόρμουλας «ποιότητα τής ζωής», στή γλώσσα τών πολιτικά κυρίαρχων κύκλων τού καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος, άφοροΰσε τήν προσπάθεια γιά άνταπόκριση στίς έπείγουσες άνάγκες τής καπιταλιστικής άναπαραγωγής καί, άκόμα, γιά αιτιολόγηση τών «άνθρωπιστικά» άναγκαίων κοι νωνικοοικονομικών μέτρων. *Η τρίτη, τέλος, άποψη συνδεόταν μέ τό ότι τό νέο πολιτιστικό πολιτικό πρόγραμμα άποτελοΰσε ομολογία, πώς τά παλιά συνθήματα, ιδιαίτερα τό σλόγκαν «εύημερία γιά όλους», άποδείχτηκαν άνεπαρκή νά έξαπατήσουν τούς έργαζόμενους στό ζήτημα τών βασικών έπιπτώσεων τής 51
καπιταλιστικής εκμετάλλευσης πάνω στις συνθήκες ζωής τους. "Ηδη, λίγο καιρό άργότερα, παρουσιάστηκε, μέ ολη του τη σαφήνεια, το χάσμα ανάμεσα στις υποσχέσεις γιά μεταρρυθμί σεις καί την πολιτιστική πραγματικότητα. ’Από τις κυβερνη τικές δηλώσεις πού έκανε ό ομοσπονδιακός καγκελάριος, Χέλμουτ Σμίτ, στις 17 του Μάη 1974, μπροστά στήν κατάσταση κρίσης, είχαν εξαλειφτεί ανελέητα όλες οί προσπάθειες μιας πολιτιστικής καί άν&ρωπολογικής δικαιολόγησης της κυ βερνητικής πολιτικής καί είχαν άντικαταστα&εΐ άπό μιά «συγκέντρωση των προσπαθειών στό γιά σήμερα ούσιαστικό καί δυνατό». Ά πό εδώ καί πέρα, στό κέντρο τών σκέψεων ήταν ζητήματα οικονομικά, φορολογικά καί δημοσιονομικά. *0 πολιτισμός συνδέθηκε, καί φραστικά άκόμα, πιο στενά μέ τά συμφέροντα του οικονομικού καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό μαρτυρουν ή ομιλία του ομοσπονδιακού Προέδρου, Σέλ, στά 25χρονα τού «Πολιτιστικού Κύκλου» τού «'Ομοσπονδιακού Συνδέσμου τής Γερμανικής Βιομηχανίας», τόν Όχτώβρη τού 1976, στό Ντούισμπουργκ, κα&ώς καί ή ομιλία του στή χρο νιάτικη σύνοδο τού «Γερμανικού Βιομηχανικού καί Εμπορι κού Συνεδρίου», τό Φλεβάρη τού 1978, στή Βόννη. 'Ο Σέλ, πού στάθηκε, ιδιαίτερα, στή συνάφεια άνάμεσα στήν οικονο μική καί πολιτιστική πολιτική, άνάφερε, άνάμεσα στ άλλα: «Άπό πού καθορίζεται, λοιπόν, ό πολιτισμός μας; Δέν είναι, σέ μεγάλο βα&μό, ό τρόπος τής οικονομίας μας; 'Η οψη τών πόλεών μας, τό σύστημά μας κυκλοφορίας, τό σύστημά μας κοινωνικών παροχών, ό τρόπος τής ζωής μας, τής κατοικίας μας, τής δουλιάς μας καί, έπομένως, ό τρόπος πού σκεφτόμαστε, πού αισθανόμαστε; Ναί, ολα αύτά συνδέονται στενότατα μέ τόν τρόπο τής οικονομίας μας. Αύτό σημαίνει, πώς μιά πολιτι στική έννοια πού άποκλείει τήν οικονομία είναι άπελπιστικά αναχρονιστική »40. Στήν έντονότερη έξαρση τού ρόλου τού ιδιωτικού καπιτα λιστή επιχειρηματία, έκφράζεται, γενικά, ένας νέος τόνος τής δεσπόζουσας πολιτιστικής πολιτικής αντίληψης, σέ συνδυασμό μέ τήν κατάσταση κρίσης πού έπικρατεί άπό τό 1974—75. Ένώ ή ομοσπονδιακή κυβέρνηση προσπαθεί νά τά βγάλει πέρα μ’ ένα πρόγραμμα τών «μεταρρυθμίσεων μέ μέτρο», ή πίεση τών συνδέσμων επιχειρηματιών, τής Χ ριστιανο-δημοκρατικής καί τής Χ ριστιανο-κοινωνικής 'Ένωσης καί άλλων συντηρητικών-άντιδραστικώ)ν κύκλων αύξάνει σημαντικά καί στόν πολιτιστικό τομέα. ’'Ηδη, τό 1974, ή ηγετική οργάνωση 52
των έπιχειρηματιών τής ΟΔΓ, ή «'Ομοσπονδιακή Ένωση των Συνδέσμων Γερμανών Εργοδοτών», σέ μιά προγραμματική δήλωση γιά τά βασικά κοινωνικοπολιτικά ζητήματα, πρόβαλε, μέ τρόπο σαφή, τις διεκδικήσεις της γιά τήν εξουσία στόν πο λιτιστικό καί πολιτικό τομέα. ’Αποκρούοντας τίς «κοινωνικοπολιτικές ταραχές», τό «κύμα τής κριτικής του καπιταλι σμού» καί τή «μεταρρυθμιστική ευφορία», υπογράμμιζε τήν άπαίτηση γιά παραπέρα άνάπτυξη τού «έπικρατοΰντος καθε στώτος», όπως καί γιά «διασφάλιση τών πνευματικών καί πο λιτικών βάσεων» τού ύπάρχοντος συστήματος. Τό 1975 καί 1976, ή Χριστιανο-δημοκρατική καί ή Χριστιανο-κοινωνική 'Ένωση, επεξεργάστηκαν νέα πολιτιστικά-πολιτικά προγράμ ματα, οπού ή προπαγάνδιση ενός συστήματος συντηρητικών πνευματικών-πολιτιστικών άξιών προωθούνταν στήν πρώτη γραμμή, δίνονταν προσανατολισμός πρός μεταρρυθμίσεις στά πλαίσια τού γενικού συντηρητικού κοινωνικού καί οίκονομικοπολιτικοΰ τους προγράμματος καί έξαπολύονταν δριμία έπίθεση ένάντια στούς «πνευματικούς συνεργούς τών άναρχικών» καί ένάντια στούς «διανοούμενους τής εύπορίας όπως ό Μπέλλ, ό Φρίντ, 6 Βάλζερ καί άλλοι». 'Ώς ποιό βαθμό, πάλι, ή πολιτιστική-πολιτική σύλληψη τών συντηρητικών-άντιδραστικών δυνάμεων στούς συνδέσμους τών επιχειρηματιών καί στή Χριστιανο-δημοκρατική καί τή Χριστιανοκοινωνική "Ενωση χα ρακτηρίζεται από τόν άγώνα ένάντια στίς δημοκρατικές πολι τιστικές έπιδιώξεις, τό φανερώνει ή άνοιχτή έπίθεση τού Φράντς Γιόζεφ Στράους, στό άρθρο του «Ενάντια στίς ιδέες τής νεομαρξιστικής πολιτιστικής έπανάστασης». Ό Στράους χρησιμοποίησε μιά ερευνά πού διεξήγαγε τό περιο δικό «Φρανκφούρτερ ’Όπερνχεφτεν » γιά τό ρόλο τού μουσι κού θεάτρου στή σύγχρονη έποχή, γιά νά ξεκαθαρίσει τούς λογαριασμούς του μέ κάθε τί πού αύτός θεωρεί σάν «αρι στερό». 'Ο Στράους άποκρούει, μέ ολη τήν έμφαση, τό «δρόμο τού θεάτρου καί τής όπερας σάν έπαναστατικό όχημα, πού θέλει νά μεταρρυθμίσει τήν κοινωνία». «Στρέφομαι ένάντια στήν κατάχρηση τής μπαγκέτας γιά τήν έξάσκηση επαναστα τικών ρυθμών. Τάσσομαι υπέρ τής τυμπανοκρουσίας, σάν μουσικοδραματικοΰ στοιχείου, τάσσομαι, όμως, ένάντια σ’ αύτή τήν τυμπανοκρουσία, όταν παρερμηνεύεται ταξικά-άγωνιστικά καί πρόκειται νά έφαρμοστεϊ σάν πρόσταγμα έκκίνησης γιά τήν αλλαγή τού συστήματος». Προβάλλει μέ υποκρισία έπιχειρήματα, ότι έπιχορηγοΰνται εκατομμύρια μάρκα, πού τά πληρώνουν οι φορολογούμενοι, καί ότι, καί γι’ αύτόν τό λόγο, 53
άπαγορεύεται νά λειτουργεί ή σκηνή σάν έπαναστατικό βήμα». Τέλος ισχυρίζεται, σέ άνοιχτή επίδεση ένάντια σέ κάθε επι δίωξη γιά εκδημοκρατισμό στό δημόσιο πολιτιστικό βίο, ότι «οί ιδέες καί ό τρόπος έπιχειρηματολογίας τής νεομαρξιστικής πολιτιστικής επανάστασης προσπαθούν, ξεκινώντας άπό τούς σκοπούς τής αγωγής, τής μόρφωσης καί τής καλλιτεχνικής δημιουργίας, νά άνατρέψουν την άρχή τής τάξης του φιλελεύθερου-δημοκρατικοΰ κράτους δικαίου»41. Ή κυρίαρχη ιμπεριαλιστική πολιτική, γιά νά καταπολεμή σει τό πολιτιστικό άντιιμπεριαλιστικό κίνημα, χρησιμοποιεί σκόπιμα, τόσο στό πεδίο κυριαρχίας της, όσο καί στήν άντικομμουνιστική της πάλη ενάντια στόν ύπαρκτό σοσιαλισμό, άναϋεω ρητικές καί άριστεροριζοσπαστικές πο?.ιτι,στικές άντι/.ι'ίψεις. Σήμερα, συμβαίνει, όλο καί πιό συχνά, καί σέ πολιτι στικά ζητήματα, νά συμβαδίζουν δεξιές αντιδραστικές καί άοιστεροριζοσπαστικές δυνάμεις. Οί σκόρπιες άναρχικές μικροομάδες συκοφαντουν τήν πολιτιστική πολιτική των κομμουνι στικών καί εργατικών κομμάτων τών καπιταλιστικών χωρών σάν «άναθεωρητική» καί μπαίνουν έμπόδιο στό δρόμο γιά μιά πλατιά άντιμονοπωλιακή συμμαχία. Επιτίθενται μέ σφοδρότητα ενάντια στήν πολιτιστική πολιτική γραμμή τής κοινό τητας τών σοσιαλιστικών κρατών, δυσφημίζουν τίς προσπά θειες γιά μιά σταθερή άνοδο του ύλικοΰ καί πολιτιστικού πλού του σάν «έκφραση τής αστικοποίησης» καί στρέφονται, στό πνεύμα τής λεγάμενης «προλεταριακής κουλτούρας», ένάντια σέ μιά κριτική αποδοχή τής κληρονομιάς τού παγκόσμιου πο λιτισμού μέσα στό δημοκρατικό καί σοσιαλιστικό πολιτιστικό κίνημα τής σύγχρονης έποχής. ΤΙ πολιτιστική άντίληψη τού δεξιού άναθεωρητισμοΰ υπο στηρίζει, επίσης, σέ ορισμένες περιπτώσεις, τίς πολιτιστικέςπολιτικές απόψεις τών κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών κύκλων. Λυτό άφορά, πρίν άπ’ όλα, τήν κριτική του στόν ύπαρκτό σο σιαλισμό, στό ονομα του «έκδημοκρατισμοΰ καί τού έξανθρίοπισμού» του, καθώς καί τήν ίδιάζουσα καλλιτεχνική-αισθητική άντίληψη, πού υποβιβάζει τή λειτουργία τής τέχνης στήν κρι τική, στήν κατηγορία, στή διαμαρτυρία καί στήν άνταρσία. Ή σημασία τών άντικομμουνιστικών έπιθέσεων, στις οποίες πα ρακινούν οί έκπρόσωποι τού σύγχρονου άναθεωρητισμοΰ, προ κύπτει, τελικά, καί άπό τό οτι πολλοί δημοκράτες δημιουργοί τής κουλτούρας καί τής τέχνης στις καπιταλιστικές χώρες παρασύρονται σέ έκστρατεΐες ένάντια στόν ύπαρκτό σοσια λισμό. 54
Γενικά, μπορούμε νά διαπιστώσουμε, δτι οι διαφορές γνω μών στό στρατόπεδο της άστικής τάξης καί 6 διαφορετικός τρόπος πού άντιδροΰν οί διάφορες μερίδες τού μονοπωλιακού κεφαλαίου στίς σύγχρονες συνθήκες τού ταξικού άγώνα άντανακλώνται στίς κυρίαρχες πολιτιστικοπολιτικές άντιλήψεις τό ’ίδιο, όπως καί ή δράση των μή μονοπωλιακών αστικών ταξι κών δυνάμεων κατά τή θεωρητική έπεξεργασία καί τήν πρα κτική έφαρμογή τών πολιτιστικοπολιτικών άντιλήψεων. *Η προσπάθεια νά υποβάλουμε τήν αντιφατική καί μή ενιαία εικόνα τής ταξικής πολιτιστικής κυριαρχίας τού σύγχρονου ιμπεριαλισμού σ* ένα γενικό χαρακτηρισμό οδήγησε στό παρακάτω άποτέλεσμα: Άναφερόμενος στό πεδίο τών σχέσεων τών συνθηκών ζωής, τής δράσης καί άνάπτυξης τής προσωπικό τητας, ό κυρίαρχος πολιτισμός τού κρατικομονοπωλιακού καπι ταλισμού, άντίστοιχα πρός τίς κοινωνικοοικονομικές, ταξικές καί πολιτικοϊδεολογικές του βάσεις εξουσίας, καθώς καί τίς υλικές καί ιδεατές μορφές έμφάνισής του, ένσαρκώνει τόν πολιτισμό·τής κυρίαρχης μονοπωλιακής αστικής τάξης, πού χρη σιμοποιεί πολυάριθμες μή μονοπωλιακές ταξικές δυνάμεις, πρίν άπ’ ολα, τό ιμπεριαλιστικό κράτος, γιά νά έπιβάλει τήν πολιτιστική κυριαρχία της. Σάν πολιτισμός πού άνταποκρίνεται στήν ένωμένη δύναμη τών μονοπωλίων καί τού κράτους, χαρακτηρίζεται άπό τήν ίδιάζουσα σ’ αύτόν τάση τής παρακ μής καί τής κρίσης, πού έ'χει τίς ρίζες της στό καπιταλιστικό κοινωνικό σύστημα. Είναι μέσο γιά τήν παραπλάνηση τού εργαζόμενου λαού. Ή μονοπωλιακή άστική τάξη, αν καί άπαρνήθηκε τόν αστικό πολιτισμό τού άνερχόμενου καπιταλισμού, χρησιμοποιεί, όμως, τά κληρονομημένα στοιχεία του πρός τό συμφέρον τής άντιπροσώπευσης τής εξουσίας της. ’Έτσι, ή σύγχρονη ιμπεριαλιστική ταξική κυριαρχία είναι ή άδιάλειπτη συνέχιση τού κυρίαρχου πολιτισμού τού μονοπωλιακού καπι ταλισμού καί ή άσυμβίβαστη άντίθεση πρός τόν ιστορικά κα θοριζόμενο δημοκρατικό καί σοσιαλιστικό πολιτισμό τής εποχής τού περάσματος άπό τόν καπιταλισμό στό σοσιαλισμό σέ παγ κόσμια κλίμακα.
55
5. Προβλήματα άνάπτυξης του δημοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολιτισμού στίς συνθήκες του ιμπεριαλισμού
Οί συνθήκες ζωής του προλεταριάτου καί ή ευρύτητα του δημοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολιτισμού στή σύγχρονη έποχή *Η θέση του Λένιν γιά τό ζήτημα τής ένότητας καί τής πάλης των δυό άνταγωνιστικών πολιτισμών περιλαμβάνει, άναφορικά μέ τά προβλήματα άνάπτυξης του δημοκρατικού καί σοσια λιστικού πολιτισμού, δυό ουσιαστικές θεωρητικές αφετηρίες. Ή μιά άναφέρεται στό οτι οί συνθήκες ζωής των «έργαζόμενων μαζών, πού ύφίστανται τήν έκμετάλλευση», δημιουρ γούν μέ άναγκαιότητα, δηλαδή, νομοτελειακά, ένα δικό τους πολιτισμό. 'Όμως, στήν ουσία του, είναι ένας πολιτισμός πού υπάρχει στίς συνθήκες τής καπιταλιστικής έκμετάλλευσης, τής καταπίεσης καί τής άλλοτρίωσης. Γι’ αύτό, θά ήταν «καθαρή αύταπάτη νά πιστεύει κανείς, ότι τά πρώτα αυτά βήματα τού δημοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολιτισμού θά μπορούσαν, κάτω άπό συνεχιζόμενες καπιταλιστικές παραγωγικές καί συν θήκες κυριαρχίας, νά έξελιχτοΰν ποτέ σέ δεσπόζοντα πολιτι σμό»42. 'Η δεύτερη άφετηρία τής θέσης τού Λένιν έμπεριέχει τή διαπίστωση, οτι 6 δημοκρατικός καί σοσιαλιστικός άντιπολιτισμός ξεπηδά, σέ μεγάλο βαθμό, αύθόρμητα άπό τίς συνθήκες ζωής καί οτι, γι’ αύτό, έχει άνάγκη άπό τή συνειδητότητα καί τήν όργανωτικότητα, γιά νά μπορέσει ν’ αποκτήσει τό δικό της χαρακτήρα καί τή δική της διαμόρφωση στίς συν θήκες τής καπιταλιστικής κυριαρχίας. Καί οί δυό αύτές θεωρητικές αφετηρίες έχουν μεγάλη σημα σία γιά τή λύση σπουδαίων ζητημάτων τής πρακτικής τής πολιτιστικής καί πολιτικής πάλης. Σέ τί αποβλέπουν οί άντιμονοπο^λιακές δραστηριότητες τού δημοκρατικού καί σοσια λιστικού πολιτιστικού κινήματος; Στήν «πολιτιστική επανα στατική υπονόμευση» τών θεσμών τού εποικοδομήματος ή στη βασική άλλαγή τών σχέσεων έξουσίας καί στό στηριζόμενο σ’ αυτή επαναστατικό μετασχ Παράγει ή «έργαζόμενη 56
λευση», τόν πολιτισμό της, ας πούμε, μέ δίκες της δυνάμεις; Καί τί ρόλο παίζουν ό βαθμός τής συνειδητοτητας και οργανωτικότητας, ή ωριμότητα του υποκειμενικού παράγοντα και η εύρύτητα των άντιιμπεριαλιστικών σχεσεων συμμαχιας; Εςακολουθεΐ καί σήμερα ό δεύτερος πολιτισμός του ιμπεριαλισμού νά ύπάρχει μόνο σέ στοιχεία ή παίρνει, ήδη, έναν καθολικοτερο χαρακτήρα; Πώς άναπτύσσεται ό δημοκρατικός και σοσιαλιστι κός πολιτισμός μπροστά στήν ύπερίσχυση τού κυρίαρχου ιμπε ριαλιστικού πολιτισμού, ποιές προοπτικές άναπτυξης διαφαινονται; Άπό τήν άποψη της λενινιστικής θέσης τού ζητήματος, οι σύγχρονες αλλαγές στίς συνθήκες ζωής των εργαζόμενων τά ξεων καί στρωμάτων παρουσιάζονται κάτω απο εντονότερο φως. Άπό τή μιά μεριά, ή έργατική τάξη, μαζί με τους συμ μάχους της πού προέρχονται άπό τίς γραμμές τού έργαζόμενου λαού, διαθέτει, στίς βιομηχανικά άναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, πολύ μεγαλύτερο πεδίο δράσης γιά τή δημιουργία ενός δικού της πολιτισμού. Α π ’ τήν άλλη μεριά, τό μονοπωλιακό κεφάλαιο, έξαιτίας τών ύπαρχουσών σχέσεων παραγωγής καί κυριαρχίας, είναι σέ θέση, σέ κάθε στιγμή, νά χρησιμοποιήσει, πρός τό συμφέρον του, τόν ύψηλό βαθμό ανάπτυξης τού πολιτι σμού ένάντια στό επαναστατικό προλεταριάτο καί στό άντιιμπεριαλιστικό πολιτιστικό κίνημα. ’Έτσι, οί συνθήκες ζωής τής έργατικής τάξης είναι πάντοτε αύτές πού προσδιορίζονται άπό τήν ταξική πείρα καί τήν ταξική κατάσταση τής ’ίδιας τής έργατική ς τάξης, άλλά καί άπό τήν κυριαρχία τού κεφα λαίου. Γι’ αύτό, γιά μιά άκόμα πιό άκριβέστερη ανάλυση τών προβλημάτων άνάπτυξης τού δημοκρατικού καί σοσιαλιστικού πολιτισμού, στά πλαίσια τού σύγχρονου ιμπεριαλισμού, φαίνε ται, ότι είναι άπαραίτητο «νά προσδιορίσουμε θεωρητικά καί νά συλλάβουμε έμπειρικά τό σύστημα τών συνθηκών ζωής καί τού τρόπου ζωής τής έργατική ς τάξης, τήν κατάσταση καί τήν κατεύθυνση^άνάπτυξης τού πολιτισμού της στίς συνθήκες κυ ριαρχίας τού κεφαλαίου»43. * Ο ΧαΡα κτη Ριστικε ς για τον πολιτισμό της έργατική ς τάξης συνθήκες ζωής καθορίζονται, πριν απ’ δλα, άπό τή στενή σύν δεσή τους μέ τίς σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις τής αεγάλης βιομηχανικής παραγωγής, άπό τίς συνθήκες άναπαραγωρ^ς της εργατικής δύναμης, πού άνταποκρίνονται στόν ύψηλό βαθμό κοινωνικοποίησης τής παραγωγής, άπό τόν τυπικό γ>ά το σύγχρονο προλεταριάτο τρόπο ζωής στά αστικά κέντρα, άπό τις οργανώσεις και τήν ταξική συνείδηση τής έργατική ς τά-η57
όπως καί άπό τις μορφές των σχέσεων κοινότητας, πού διαμορ φώνονται άπό τήν ταξική θέση. Τύ σύγχρονο άντιιμπεριαλιστικό πολιτιστικό κίνημα, στηοιζόμενο στή σύνθετη υλιστική άντίληψη του πολιτισμού, πού περιέχεται στή διατύπωση «πολιτισμός είναι, πώς ζεΐ καί πόύς δουλεύει ολόκληρος ό άνθρωπος», προσανατολίζεται στό σύ νολο των συνθηκών ζ